top of page

Αφιερώματα > Άγιος Ραφαήλ

Επιμέλεια : Δ.ΤΖ

Άγιος Ραφαήλ

Ο Ιερεύς και Όσιος, ο Μεγαλομάρτυς και Θαυματουργός. Έζησε στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου μέχρι και λίγα χρόνια μετά την άλωση. 

Χρόνια δύσκολα και ηρωικά. Ήλπισε στη σωτηρία της Αυτοκρατορίας, στους αγώνες των Παλαιολόγων. Δραστηριοποιήθηκε πάρα πολύ, πήρε πολλές γνώσεις, πέρασε από πολλά αξιώματα, πήγε σε πολλά μέρη, έγινε φημισμένος. Πόνεσε και μόχθησε για τη Ρωμιοσύνη. Αλλά Τον κέρδισε ο Χριστός. Αυτόν αγάπησε τελικά περισσότερο απ’ όλα και Αυτόν υπηρέτησε μέχρι τέλους. 

Μεγάλη η Χάρη Του και λαμπρή η Δόξα Του. Δόξα αιώνια, δοσμένη από τον Κύριό μας, γιατί ήταν μεγάλη η Θυσία Του!! Η Θυσία ήταν ο δρόμος Του, Θυσία ήταν η ζωή Του, Θυσία ήταν και ο ηρωικός θάνατός Του. 

Η ίδια η Παναγία, εμφανιζόμενη σε αποκαλυπτικό ενύπνιο την επέτειο του Μαρτυρίου του Αγίου κλαίουσα και ερωτηθείσα γιατί κλαίει, απάντησε ότι κάθε χρόνο τέτοια μέρα κλαίει για τη θυσία που έκανε ο Άγιος Ραφαήλ για Εκείνη και τον Υιό Της, στο Μοναστήρι Της των Καρυών της Λέσβου.

Δείτε τον χάρτη

Το μοναστήρι του Αγ. Ραφαήλ στη Θερμή

Μυτιλήνης, στην περιοχή Καρυές.

Αποκάλυψις μετά από μισή χιλιετία

 

Ο Άγιος Ραφαήλ μαρτύρησε στη Λέσβο 10 χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης.

Η ένδοξη ζωή όμως και ο μαρτυρικός θάνατός Του, γρήγορα θάφτηκαν στη λήθη, λόγω της τρομοκρατίας του βάρβαρου Τούρκου κατακτητή. Πέρασε ο καιρός και όλα ξεχάστηκαν.

Μισή χιλιετία πέρασε και κανείς πλέον δεν ήξερε ότι κάποιοι είχαν μαρτυρήσει στο λόφο των Καρυών της Λέσβου. Μόνο από καιρού εις καιρόν έβλεπαν κάποιον ιερέα να θυμιάζει στον τόπο αυτό και ένα έθιμο είχε μείνει στην παράδοση του τόπου να γίνεται λειτουργία την Τρίτη του Πάσχα, ημέρα του μαρτυρίου του Αγίου, χωρίς όμως να θυμάται ή να ξέρει κανείς, για ποιο λόγο είχε επικρατήσει το έθιμο αυτό.

 

Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου, το χρονικό εκείνο σημείο που η Θεία Πρόνοια είχε σοφά επιλέξει, ώστε όλα να αλλάξουν. Ο Παντογνώστης Κύριος είχε επιλέξει την εποχή μας, τον καιρό της απιστίας και της αποστασίας, να ξανακάνει γνωστό τον Φίλο Του Ιερομάρτυρα Ραφαήλ. Ο καιρός της αφάνειάς Του είχε παρέλθει. Είχε έρθει η ώρα, η χάρις του Αγίου να λάμψει και να φωτίσει τις ψυχές των Χριστιανών, χαρίζοντάς τους Πίστη, υγεία, δύναμη, κουράγιο και ελπίδα.

 

Το σωτήριο έτος του Κυρίου μας, 1959, η οικογένεια Ράλλη στην κυριότητα της οποίας περιέπεσε το κτήμα που περίκλειε το μαρτυρικό λόφο των Καρυών, έκτισε από τάμα ένα εκκλησάκι της Παναγιάς. Από τότε αρχίζουν τα θαυμαστά περιστατικά.

Μια πηγή που είχε ξεραθεί, ξαφνικά άρχισε να βγάζει νερό, βοηθώντας στις εργασίες ανέγερσης της Εκκλησίας. Κατά τις εργασίες ανέγερσης του μικρού ξωκλησιού, ανευρίσκεται στα θεμέλια ένας τάφος με λείψανα ενός Χριστιανού του οποίου έλειπε η κάτω σιαγόνα.

Ένας άγνωστος σ’ αυτούς καλόγερος αρχίζει να εμφανίζεται στα όνειρα πολλών ανθρώπων της περιοχής, σε οράματα ή ζωντανά μπροστά τους. Σταδιακά, όλο και περισσότεροι Tον βλέπουν, Tον ακούν, Tον ονειρεύονται. Τους δίνει να καταλάβουν ότι τα οστά που ανευρέθηκαν είναι δικά Του.

Σε κάποιους λέει το όνομά του, «Ραφαήλ». Σε άλλους λέει, «Είμαι Άγιος και θα κάνω πολλά θαύματα». Σε άλλους, «Είμαι από την Ιθάκη».

Μέρα με τη μέρα ο Άγιος συμπληρώνει την ιστορία Tου και φανερώνει τα κεκρυμμένα μυστήρια της ζωής και του μαρτυρίου Του, ενώ στις θαυμαστές Του αποκαλύψεις εμφανίζονται και άλλα πρόσωπα μαρτύρων καθώς και ένα ξανθόμαλλο κοριτσάκι. Η Παναγία, αλλά και η Αγία Παρασκευή και άλλοι Άγιοι παρουσιάζονται συχνά και αυτοί σε ενύπνια ή οράματα επιβεβαιώνοντας τις μαρτυρίες του Αγίου και ενισχύοντας την πίστη των απλών χριστιανών που γίνονται μάρτυρες των θείων αποκαλύψεων.

Ο Άγιος σύντομα ζητά να γκρεμιστεί το νεόκτιστο εκκλησάκι. Εξηγεί ότι από κάτω βρίσκονται τάφοι μαρτύρων που πρέπει να αποκαλυφθούν. Έτσι υπό την πίεση των θείων σημείων, αλλά και θαυμάτων, αρχικά με κάποια ατολμία, αργότερα όμως με θάρρος και παρρησία, αρχίζει πρώτα το γκρέμισμα και μετά η ανασκαφή χώρου.

Υπήρχε ακόμα κάποια επιφυλακτικότητα, διότι οι άπιστοι ειρωνεύονταν και συκοφαντούσαν τα γεγονότα, τα θεωρούσαν ως μια ομαδική αυθυποβολή ή ακόμα χειρότερα ως απατεωνιά.

Όμως, ώ του θαύματος !

Στις ανασκαφές, σταδιακά, πράγματι έρχονται στο φως σπασμένα μάρμαρα και κιονόκρανα, αρχαία αντικείμενα κομματιασμένα και μαυρισμένα σαν από πυρκαϊά και εν γένει τα υπολείμματα αρχαίου μοναστηριού, ακόμα και το μολυβδόβουλλο, δηλαδή η ανάγλυφη προνομιακή πατριαρχική σφραγίδα του Βυζαντίου για τη λειτουργία της αρχαίας Μονής. Ανευρίσκονται Τάφοι και Ιερά Λείψανα Μαρτύρων, ακριβώς στα σημεία που έβλεπαν σε όνειρα οι πιστοί και υποδείκνυαν κατόπιν, για ανασκαφή, στους εργάτες.

Η Πίστη θριαμβεύει και οι άπιστοι ντροπιάζονται και αποστομώνονται.

 

Ο Άγιος σταδιακά ξετυλίγει το νήμα της ζωής και του Μαρτυρίου Του. Εμφανίζεται σε όλο και περισσότερους πιστούς ή ακόμα και απίστους, αλλά καλοπροαίρετους ανθρώπους, σε εντυπωσιακά μεγάλο πλήθος από όνειρα ή οράματα. Τις θείες αυτές αποκαλύψεις τις βιώναν οι Χριστιανοί με διάφορους τρόπους :

Άλλοτε, ο Άγιος Ραφαήλ τους έδειχνε τα γεγονότα σαν να συμβαίνουν δίπλα τους (σαν να παρίστανται δηλαδή και εκείνοι), άλλοτε έβλεπαν τον Άγιο να τους διηγείται τη ζωή Του, άλλοτε παρατηρούσαν γεγονότα της ζωής του Αγίου σαν μέσα από διόπτρα ακούγοντας τη φωνή του Αγίου να τους εξηγεί, και άλλοτε σαν ταινία που βλέπουν και ακούν.

Έτσι, μέσα από ποικιλόμορφες θαυμαστές αποκαλύψεις, σιγά-σιγά, σχηματίστηκε μια σαφής εικόνα του πολυτάραχου βίου Του, που σταδιακά - μιας και οι αποκαλύψεις του Αγίου Ραφαήλ συνεχίζονται ακόμα και στις μέρες μας - γίνεται όλο και πιο πλήρης.

Περιηγηθείτε στην περιοχή της Μονής με το street view.

Πατήστε στο εικονίδιο

Είσοδος

Τα παιδικά χρόνια 

 

Στην παλαιά συνοικία Μύλοι της πόλεως Ιθάκης, πρωτεύουσας της ομωνύμου πανέμορφης νήσου των Επτανήσων εις το Ιόνιο Πέλαγος, πατρίδας του πολυμήχανου Οδυσσέα της αρχαιότητος, γεννήθηκε το έτος 1410 ένα γλυκύτατο αγοράκι. 

Οι γονείς του ήταν λίαν ευσεβείς Χριστιανοί και εξαιρετικά ένθερ­μοι Έλληνες πατριώτες. Η οικογένεια του αποτελείτο από τον πατέρα του Διονύσιο Λασκαρίδη, την μητέρα του Μαρία και την αδελφή του Ελένη. Κατά την βάπτιση του βρέφους, του δόθηκε το όνομα Γεώργιος.

Με την πάροδο του χρόνου, το έτος 1422 η αδελφή του Ελένη Λασκαρίδου νυμφεύθηκε τον Ενετό Μάρκο, Υπασπιστή και Σύμβουλο του Ενετού Καρόλου Α’ Τόκκου, Κόμητα Κεφαλληνίας και Ζακύνθου και Δούκα της Λευκάδος. 

Το έτος 1418, ο νεαρός Γεώργιος διδάσκεται τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα Τιμόθεο της Ιεράς Μονής Καθαρών, κείμενης εις την θέση Στενό Αγρού, βορείως της πόλεως της Ιθάκης. Η οικογένεια Λασκαρίδη ήταν αρκετά ευκατάστατη, πράγμα το οποίο βοήθησε για την παροχή ευρύτερης παιδείας στο γιό τους, το οποίο ήταν ένα αξιαγάπητο, κινητικότατο, πανέξυπνο μικρό παιδάκι, ευσεβές και διψασμένο για μάθηση. 

Έτσι, ο Γεώργι­ος, διαθέτοντας οικονομική ανεξαρτησία και υποστηριζόμενος από τον (εκ της αδελφής του) γαμπρό του Μάρκο, γίνεται δεκτός προς φοίτηση στη Σχολή του Ζαχαρία Αγγέλου, που έδρευε στη θέση «Κάστρο του Αϊ-Γιώργη», καθέδρα του Καρόλου Α’ Τόκκου. Εκεί διδάσκεται Ελληνικά, Λατινικά, Ιταλικά και Γαλλικά. 

Και πάλι, όμως, δεν αισθανόταν αναπαυμένος. Πνεύμα συνεχώς ανήσυχο για μάθηση, γνωρίζεται με τον Ιατροφιλόσοφο Παράσχο Κουζούλη από τον οποίο διδάσκεται τα πρώτα μαθήματα της Ιατρικής Επιστήμης.

 

Το έτος 1425 σε ηλικία 15 ετών, ο νεαρός Γεώργιος παρακολούθησε τη διδασκαλία του πατρός Φωτίου Μοναχού στην Ιερά Μονή της Παναγίας Ομαλών, πλησίον του χωρίου Λειβαθώ, όπου για πρώτη φορά εντρύφησε σε θεολογικές μελέτες, με εξαιρετικές επιδόσεις. 

Τότε, ο Γεώργιος, που θεωρούσε και ονόμαζε τον εαυτό του Ρωμηό, αλλά που ήταν μεγαλωμένος και μορφωμένος σε ενετικό περιβάλλον, για πρώτη φορά άρχισε να ανακαλύπτει και να συνειδητοποιεί τη ρωμαίικη παράδοση. Συνάντησε μαγεμένος το Γένος και τη ρίζα του, την Ελληνική από τη μια και Ορθόδοξη από την άλλη. Ταυτοχρόνως, ορμώμενος από τον έμφυτο δραστήριο χαρακτήρα του και από τη φλόγα της φιλοπατρίας, πείθει τον γαμπρό του Μάρκο να συνηγορήσει για την άσκησή του εις τα όπλα κατατασσόμενος προς απόκτησιν στρατιωτικής εκπαιδεύσε­ως εις τα τμήματα της Ενετικής Φρουράς του Καρόλου Α' Τόκκου.

 

Ο καιρός παρέρχεται και ο άπληστος για μάθηση Γεώργιος αναχωρεί το έτος 1427 από τα Ιόνια Νησιά και μεταβαίνει εις την πόλη του Μυστρά για να παρακολουθήσει ανώτερες σπουδές εις την εκεί Σχολή Φιλοσοφίας του Γεωργίου Πλήθωνος Γεμιστού. Εκεί μάλιστα, γνωρίζεται και συνδέεται φιλικά με τον μετέπειτα Δεσπότη του Μυστρά και αργότερα αυτοκράτορα, Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.

Στην υπηρεσία της πατρίδος

 

Το έτος 1431, σε ηλικία πλέον 21 ετών, ο Γεώργιος δεν μπορεί να αντισταθεί περισσότερο στα εντονώτατα πατριωτικά του συναισθήματα και με τις ευλογίες των Γονέων και των Διδασκάλων του κατατάσσεται εθελοντικώς ως Αξιωματικός στις Δυνάμεις του Ελληνικού Βυζαντινού Στρατού. 

Λόγω της ευρύτατης και πολυσχιδούς του μορφώσεως και της όλως εξαιρετικής ευφυίας του, του απονέμεται ο βαθμός του Εκατόνταρχου και τοποθετείται ως Υπασπιστής στο Επιτελείο του Πρίγκηπα Θωμά Παλαιολόγου που είχε την έδρα του στην Καλαμάτα. Παράλληλα, ολοκληρώνει τις σπουδές του στην Ιατρική Επιστήμη διδασκόμενος από τον Ιατρό Μελισσηνό.

 

Ο Γεώργιος ήδη έχει γίνει πασίγνωστος για την παιδεία, τις ικανότητες, την ανδρεία και τον χαρακτήρα του εις τους κατέχοντας ύπατα αξιώματα στη Δημόσια Διοίκηση της Αυτοκρατορίας και στην Εκκλησία. Ως αποτέλεσμα, το έτος 1437 ο Γεώργιος Λασκαρίδης, Χιλίαρχος - Ιατρός πλέον, επιλέγεται να προστεθεί στην ακολουθία του Αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ Παλαιολόγου ως επιτελής αξιωματικός του Πρίγκηπα Δημητρίου ο οποίος θα συνόδευε τον Αυτοκράτορα στη σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας.

 

Χάριν της ιστορικής αλήθειας, οφείλουμε να αναφέρουμε εδώ ότι, δυστυχώς, ο ασύνετος Αυτοκράτωρ Ιωάννης Η’ Παλαιολόγος προκάλεσε τη σύγκληση της Συνόδου της Φερράρας προκειμένου να εκλιπαρήσει τον αιρετικό και σχισματικό Ευγένιο πάπα της Ρώμης να παρακινήσει τους υπ’ αυτόν βασιλείς να τον βοηθήσουν στρατιωτικώς προσφέροντας σε αντάλλαγμα την «Ένωση» των Εκκλησιών, διότι έντρομος και περιδεής φοβόταν τις απειλές του Σουλτάνου Μουράτ και του αρχηγού της τουρκικής Θεσσαλικής στρατιάς Τουραχάνη (Τουραχάν Μπέης).

 

Από την πρώτη στιγμή, η Επιτροπή Συνοδικών της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Ιωσήφ, υπέστη τα πάνδει­να από τους παπικούς κατά τη διετία της Συνόδου Φερράρας - Φλωρεντίας. Προσφιλέστερη μέθοδο των Δυτικών αποτελούσαν οι προσβολές και η έμμεση ή άμεση άσκηση φυσικής, ηθικής και ψυχολογικής βίας εναντίον των Ορθοδόξων. 

Μικρό παράδειγμα αποτελούν τα εξής. Ενώ η Επιτροπή των Ορθοδόξων βρισκόταν καθ’ οδόν προς τη Φερράρα, ο πάπας ειδοποίησε τον Πατριάρχη ότι κατά την άφιξή του οφείλει να του ασπασθεί τους πόδας του, πράγμα το οποίο, όπως ήταν φυσικό, ο Πατριάρχης αρνήθηκε. Επίσης, από την πρώτη διανυκτέρευση, στον Ορθόδοξο Πατριάρχη παραχώρησαν για κατάλυμα ένα χοιροστάσιο. Ακόμη, ενώ ήταν ανειλημμένη υποχρέωση των παπικών να προσφέρουν σιτηρέσιο προς τους Ορθοδόξους, παρέβηκαν την υπόσχεσή τους καταδικάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τους Ορθοδόξους Συνοδικούς σε λιμοκτονία, αφήνοντάς τους χωρίς τροφή και χρήματα διατροφής επί πολ­λούς μήνες, εξαναγκάζοντας τους Ορθοδόξους Ιεράρχες να πωλούν και αυ­τά τα ενδύματά τους για να τραφούν ή ακόμη και να ζητιανεύουν τροφή.

 

Πράγματι, λοιπόν, κατά την ψευδοσύνοδο Φερράρας και Φλωρεντίας, εμπαίχθηκε η Ορθοδοξία και ο Ελληνισμός. Το μίσος των αιρετικών παπικών προς την Ορθοδοξία, ο ανθελληνισμός, οι προδοσίες, οι φατριασμοί, οι εγωκεντρικές φιλοδοξίες, ο ραγιαδισμός και η μωρία ξεπέρασαν κάθε όριο. Ο μόνος που παρέμεινε αγνός και έλαμψε ως σταθερός στυλοβάτης της Ορθοδοξίας ήταν ο Μάρκος Ευγενικός, ενώ αξιοπρεπείς στάθηκαν και οι Γεώργιος Σχολάριος και Γεώργιος Πλήθων Γεμισ­τός, φεύγοντας με τον αδελφό του αυτοκράτορα Δημήτριο στη Βενετία, για να μην υπογράψουν. Μαζί τους προφανώς θα ήταν και ο Άγιός μας ως επιτελής αξιωματικός του πρίγκιπα Δημητρίου. Αυτοί αποτέλεσαν φωτεινούς ελπιδοφόρους αστέρες Ορθοδοξίας στο σκοτεινό στερέωμα των ζοφερών εκείνων χρόνων για το Βυζάντιο.

 

Τον Νοέμβριο του έτους 1444, ενωμένα Χριστιανικά στρατεύματα υπό τον Ούγγρο Ουνιάδη και τον Βασιλέα των Πολωνών Βλαδισλάβο, ενεπλάκησαν σε μοιραία και καταστροφική σύγκρουση με τις τουρκικές δυνάμεις του Σουλτάνου Μουράτ Β’ στη Βάρνα της Βουλγαρίας. Τα Χριστιανικά στρατεύματα, λί­γο πριν τη σύγκρουση απέστειλαν εσπευσμένα ταχυδρόμους προς τον Δεσπότη του Μυστρά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, για να ζητήσουν ενισχύσεις. Πράγματι, δύναμις του Βυζαντινού Στρατού στην οποία μετείχε και ο Χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης, αναχώρησε άμεσα ανταποκρινόμενη στην έκκληση των Χριστιανικών Στρατευμάτων. Εντούτοις, δύο ημέρες προ της αφίξεώς τους στην Βάρνα, πληροφορήθηκαν από έντρομους ταχυδρόμους ότι έλαβε χώρα η συμπλοκή και τα Χριστιανικά Στρατεύματα διαλύθηκαν έχοντας ηττηθεί κατά κράτος από τον Σουλτάνο Μουράτ. Κατόπιν τούτου, οι Βυζαν­τινοί θεωρώντας μάταιη κάθε περαιτέρω ενέργεια, ακολούθησαν τον δρόμο της επιστροφής.

Το κάλεσμα του Θεού

 

Καθ’ οδόν προς την βάση τους στο Μυστρά, διήλθαν πλησίον των Σερρών όπου αφίχθησαν εις την Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Εκεί κατέλυσε προς ανάπαυσιν το Τμήμα του Χιλιάρχου Γεώργιου Λασκαρίδη. Εις την Ιερά Μονή εκείνη, ο Γεώργιος συναντήθηκε με δύο Μοναχούς η γνωριμία μετά των οποίων αποτέλεσε σταθμό δια τον περαιτέρω βίο του.

Ο ένας εξ αυτών, με το Αγγελικό, δηλαδή το Μοναχικό, όνομα Γεννάδιος, ήταν ο πρώην φιλενωτικός, υμνητής του πάπα κατά την σύνοδο της Φερράρας, πολυγνώστης φιλόσοφος, κατά κόσμον Γεώργιος Σχολάριος, ο οποίος κατόπιν θείας Φωτίσεως ανένηψε και ακολούθησε εν μετανοία τον Μοναχισμό, διακηρύσσοντας ότι «καλύτερα το τουρκικό σαρίκι παρά το Λατινικόν φακιόλι». Και τούτο, διότι από τους Τούρκους κινδυνεύει μόνο το κράτος, ενώ από τους Λατίνους κινδυνεύουν και το Κράτος και η Πίστις. Ο Μοναχός Γεννάδιος, υπήρξε μετέπειτα ο Πατριάρχης Γεννάδιος.

 Ο άλλος ήταν ο Γέροντας Ιωάννης, αγιασμένη μορφή, ο οποίος ώθησε τον Χιλίαρχο-Ιατρό Λασκαρίδη να συνειδητοποιήσει ότι κοντά στο Θεό θα εύρισκε η ψυχή του την ειρήνη που επιθυμούσε. Μετά την αναχώρηση της Μονάδος του προς το Μυστρά και αφού απέστειλε προς τον Αρχηγό του Στρατεύματος Φραντζή την παραίτηση από το στράτευμα και το σπαθί του, ο Γεώργιος Λασκαρίδης υπακούοντας σε κάποια άρρητη ψυχική θεϊκή παρόρμηση, παρέμεινε κοντά στο Γέροντα Ιωάννη στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου.

 

Το έτος 1445, σε ηλικία 35 ετών, ο Γεώργιος, μετά από έξι μήνες άσκηση σιωπής και προσευχής εκάρη Μοναχός από τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου και πήρε το Μοναχικό όνομα Ραφαήλ από τον Αρχάγγελο, ο οποίος σε όραμα τον είχε φωτίσει με άρρητα μηνύματα του θεού. 

Ο πατήρ Ραφαήλ έζησε κοντά στον αγιασμένο Γέροντά του μέχρι την κοίμησή του και στην Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου για δύο χρόνια ακόμα, γενόμενος Διάκονος, Ιερεύς και τελικά Αρ­χιμανδρίτης.

Στη συνέχεια, πήγε στην Αθήνα όπου είναι γνωστό ότι κατ’ επανάληψη κήρυξε στο λόφο του Φιλοπάππου και εις τον Ιερό Ναό του Αγ. Δημητρίου Λομπαρδιάρη πλησίον της Ακροπόλεως, όπου λειτούργησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας, προκειμένου να ενισχύσει το ορθόδοξο φρόνημα και το ηθικό των υπό ενετικής κατοχής Αθηναίων. Στο Ναό αυτό και σήμερα μπορεί κανείς να βρει το εικόνισμά Του, ενώ παράλληλα τελούνται και Λειτουργίες τιμώντας την Χάρη Του.

 

Όταν το 1449 ανέβηκε στο θρόνο της Βασιλεύουσας ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο επονομαζόμενος «Δράκων» για τη γενναιότητά του, ο πατήρ Ραφαήλ πήγε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη για να συναντήσει τον παλιό του φίλο και να τον συγχαρεί. Εκείνος, εκτιμώντας την προσωπικότητά του, τις πολλές ικανότητές του και την ευρύτατη μόρφωσή του, τον κράτησε στην Βασιλεύουσα και τον τοποθέτησε στο αξίωμα του Πρωτοσύγκελου. 

Ο πατήρ Ραφαήλ γίνεται γρήγορα πασίγνωστος. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον απέστελλε επανειλημμένα ως εκπρόσωπό του σε πολλά Θεολογικά και Ιατρικά Συνέδρια σε διά­φορες πόλεις του εξωτερικού. Παράλληλα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον ονόμασε Οικουμενικό Ιεροκήρυκα, τίτλο που τον διευκόλυνε για να μεταβαίνει σε πολλές και διάφορες πόλεις και να κηρύττει την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη.

Η γνωριμία με το Νικόλαο

 

Το έτος 1451, κατά τη διάρκεια ενός εκ των Συνεδρίων στην Γαλλική πόλη Μορλαί (Μorlaix), πλησίον της Βρέστης στην περιοχή της Βρετάννης, γνωρίστηκε με έναν 27ετή νέο Έλληνα φοιτητή της Νομικής, τον Νικόλαο.

Ο Νικόλαος είχε γεννηθεί το έτος 1424 και είχε μεγαλώσει στη Θεσσαλονίκη. Η οικογένεια του αποτελούνταν από τον πατέρα του Γεώργιο Κωσταντάκη, συμβολαιογράφο, την μητέρα του Άννα και την αδελφή του Ζωή.

Όπως αναφέρεται, η οικογένεια Κωσταντάκη είχε την καταγωγή της από την πόλη Ραγοί της Μηδίας στην Μικρά Ασία.

Το έτος 1445, ο Γεώργιος Κωσταντάκης απέστειλε τον γιό του Νικόλαο στην πόλη Μορλαί της Γαλλίας για να σπουδάσει την Νομική Επιστήμη στο εκεί Πανεπιστήμιο. Ο Νικόλαος, όμως, παρασυρμένος από τις υλικές απολαύσεις, αντί σπουδών διήγαγε έντονα κοσμικό βίο. Συναναστρεφόμενος, παρ’ όλα αυτά, με τον Πρωτοσύγκελο πατέρα Ραφαήλ και παραδειγματιζόμενος από την υποδειγματική ζωή και τις σώφρονες συμβουλές του, μετέβαλε τρόπο ζωής και τέλος ακολούθησε την οδό της Ιερωσύνης.

Μετά την κουρά του ως Μοναχού, τον υποδειγματικό βίο του και τον ένθερμο ζήλο του στα της Πίστεως, ο πατήρ Ραφαήλ τον χειροτόνησε Διάκονο και κράτησε κοντά του ως συνεργάτη, αναθέτοντας παράλληλα σε αυτόν αποστολές σε διάφορους τόπους, προκειμένου να κηρύττει την Ορθοδοξία.

Η άλωση της Πόλης

 

Το Δεκέμβριο του 1452 και ενώ ο Πρωτοσύγκελος πατήρ Ραφαήλ, αλλά και ο Διάκονός του Νικόλαος βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος οργάνωσε επίσημο συλλείτουργο στην Εκκλησία της Αγίας Σοφίας με αντιπρόσωπο του πάπα τον καρδινάλιο Ισίδωρο, στα πλαίσια της ενωτικής πολιτικής που εφάρμοζε έχοντας την ψευδαίσθηση ότι θα σωθεί η Βασιλεύουσα με τη βοήθεια του πάπα, από τον ασφυκτικό τουρκικό κλοιό.

Στις 12 Δεκεμβρίου του 1452, ανήμερα του Αγίου Σπυρίδωνος, έλαβε χώρα το συλλείτουργο αυτό. Όμως, ο Πρωτοσύγκελος Ραφαήλ δεν θέλησε να παραστεί και ούτε και τον Διάκονό του άφησε να πάει. Γνώριζε πολύ καλά ότι αυτό θα ήταν προδοσία της Πίστεως. «Όχι, και μέχρις εκεί. Σχέση ναι, βοήθεια ναι, συλλείτουργο με τους παπικούς ποτέ!...» είπε ο Άγιος.

Ο Αυτοκράτορας θύμωσε πάρα πολύ και τους τιμώρησε με προσωρινή εξορία στην Αίνο. Γι’ αυτό και ο Άγιος Ραφαήλ ονομάζεται και ομολογητής, διότι παράτησε τις τιμές και δόξες του αξιώματός του και δεν υπολόγισε το κόστος της εναντίωσής του στον αυτοκράτορα, προκειμένου να υπερασπιστεί την αλήθεια της Ορθοδοξίας έναντι της αιρέσεως του παπισμού. (Σημειώτεον ότι τις τελευταίες ημέρες πριν τον ηρωικό θάνατό του ο αυτοκράτορας, βλέποντας την απουσία παπικής βοήθειας, μετάνιωσε πικρά, εξομολογήθηκε και κοινώνησε ως ορθόδοξος)

 

Όταν, λοιπόν, άρχισε η πολιορκία της Βασιλεύουσας από τους Τούρκους οι δύο πατέρες βρίσκονταν εκτός των τειχών και έτσι πέρασαν στην Μακεδονία. Εκεί ήταν, όταν συνέβη η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, την αποφράδα Τρίτη 29η Μαΐου 1453, από τους επιδραμόντες από τα βάθη της Ασιατικής Μογγολίας Σελτζούκους Τούρ­κους των οποίων, όμως, οι επιτελικοί αξιωματικοί ήταν Ευρωπαίοι εξωμότες από την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Γερμανία, την Γαλλία και από άλλες «πολιτισμένες» και «χριστιανικές» ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες ταυτόχρονα εφοδίασαν τις ορδές των σε ημιάγρια κατάσταση άξεστων και βάρβαρων Τούρκων, με οπλισμό της πλέον σύγχρονης, τότε, τεχνολογίας.

 

Δέον να σημειωθεί ότι οι αμοιβές των εξωμοτών αξιωματικών εκείνων ήσαν μυθικές, καταβάλλονταν δε από τους Τούρκους σε χρυσό προερχόμενο από τις λεηλασίες και την καταλήστευση των ηττημένων από αυτούς λαών. Μαρτυρία περί των ανωτέρω παρέχουν τα ακόμη και σήμερα παραταγμένα, από τους αλαζόνες Τούρκους, εις το προαύλιο του Ναού της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, πυροβόλα επί των οποίων οποιοσδήποτε μπορεί να αναγνώσει τις εκ κατασκευής εγχάρακτες επιγραφές της ταυτότητας του καθενός, δηλ. την χρονολογία κατασκευής, την επωνυμία του εργοστασίου το οποίο τα παρήγα­γε και την χώρα προελεύσεως.

 

Της καταλήψεως των Χριστιανικών Ελληνικών Βυζαντινών εδαφών από τα στίφη των απολίτιστων και βάρβαρων Τούρκων, επακολούθησαν ανηλεείς σφαγές των αμάχων Χριστιανών κατοίκων, πυρπολήσεις κτιρίων, διαρπαγές περιουσίων, βιασμοί γυναικών ως και τρομερές εν γένει αιματηρές και πάσης άλλης φύσεως βιαιότητες διαπραττόμενες από τους κτη­νώδεις και αιμοδιψείς κατακτητές.

Άπαντα δε αυτά τα φοβερά τεκταινόμε­να, εάν δεν υποστηρίζονταν, τουλάχιστον αντιμετωπίζονταν με ιδιάζουσα αδιαφορία και απάθεια από τους «αδελφούς Χριστιανούς» της Δύσεως και με χαρακτηριστική εγκληματική αδιαφορία από τον πάπα, ο οποίος απολάμβανε εν μέσω χλιδής τον αιρετικό και ακόλαστο βίο του.

 

Εδώ, τονίζεται μετά βαθύτατης θλίψεως, ότι η ίδια στάση των Ευρωπαίων και του πάπα επαναλαμβάνεται ακόμη και κατά τον 2Οό αιώνα, όπως αποδεικνύουν τα και επί της εποχής μας διαπραττόμενα εγκλήματα των Τούρκων, όπως η γενοκτονία την οποία εξαπέλυσαν εναντίον των Αρμε­νίων το έτος 1915, των Ελλήνων το 1922, εναντίον των ολίγων εναπομεινάντων ομογενών μας Ελ­λήνων στην Κωνσταντινούπολη το έτος 1955, εναντίον των κατοίκων της Ελ­ληνικής νήσου Κύπρου το έτος 1974, εναντίον του Λαού του Κουρδιστάν με­ταξύ των ετών 1990-1998, καθώς και τα φοβερά εγκλήματα των «πολιτισμένων» Ευρωπαϊκών Κρατών και των Η.Π.Α. εναντίον της ομόδοξου Σερβίας το έτος 2000, τα οποία θα έπρεπε να χαρακτηρισθούν ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

 

Μέσα στη λαίλαπα του πολέμου λοιπόν, την σύγχυση και τα λουτρά αίματος, με τις εκατόμβες των θυμάτων, οι δύο υπό διωγμόν τελούντες πατέρες Ραφαήλ και Νικόλαος, έφθασαν Θεία Χάριτι, στην  Αλεξανδρούπολη της Θράκης ως πρόσφυγες.

Πρέπει να τονιστεί ότι ο λαός, προκειμένου να διασωθεί από τις σφαγές, την αιχμαλωσία, τις πυρπολήσεις και τα βασανιστήρια των Τούρκων, προσπαθούσε να διαφύγει πανικόβλητος από τα κατακτημένα εδάφη, αναζητώντας καταφύγιο στους εναπομείναντες ελεύθε­ρους τόπους.

Κατά συνέπεια, οι δύο πατέρες επιβιβάστηκαν με άλλους προσφύγες σε πλοιάριο που απέπλεε με προορισμό τη νήσο Λέσβο, ελπίζοντας ότι εκεί θα έβρισκαν ασφάλεια.

Τα ήσυχα και δημιουργικά χρόνια στη Λέσβο

 

Την 14η Μαρτίου 1454, λόγω σφοδρότατης κακοκαιρίας, το πλοιάριο δεν ήταν δυνατό να καταπλεύσει στον λιμένα της Μυτιλήνης, αλλά κατόπιν περιπετειών και κινδύνων προσορμίσθηκε, κατά θεία Πρόνοια, στην φιλόξενη παραλία του χωριού Θερμή της Λέσβου. 

Εκεί, οι φτωχοί μεν αλλά φιλόξενοι και ευσεβείς κάτοικοι, τους υποδέχθηκαν εγκάρδια. Ο Προεστός του χωριού Βα­σίλειος και ο Ηπειρώτης Διδάσκαλος Θεόδωρος, οδήγησαν τους πα­τέρες εις την Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου στις Καρυές, σε απόσταση 14 χιλιομέτρων περίπου από την πόλη της Μυτιλήνης, όπου ήδη ασκήτευε ο Γέροντας πατήρ Ρουβήμ και διέμενε ο Επιστάτης Ακίνδυνος.

 Η εν λόγω Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου κτίστηκε το έτος 801 από την Αυτοκράτειρα Ειρήνη την Αθηναία, την οποία εξόρισε από τη Βασιλεύουσα ο γιος της, που την διαδέχθηκε στον θρόνο και έτσι εκείνη κατέληξε στην Αγιάσο της Λέσβου. 

Ένα έτος μετά (έτος 802) έκτισε και τον Ιερό Ναό της Παναγίας Τρουλωτής στους Πύργους Θερμής. Η Ειρήνη η Αθηναία, στα τέλη του βίου της μόνασε και τέλος κοιμήθηκε οσιακά στην Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου, η οποία λειτουργούσε ως γυναικεία.

Παναγία Τρουλωτή - Πύργοι Θερμής
Παναγία Τρουλωτή - Πύργοι Θερμής

Ιερός Ναός Παναγίας Τρουλωτής Πύργοι Θερμής

Μυτιλήνη

'Ετος κτίσεως 801 

Την 11η Μαϊου 1235, Μουσουλμάνοι πειρατές επέδραμαν εναντίον της Ιεράς Μονής, την κατέλαβαν, σύλησαν τα εντός αυτής ιερά και όσια, την καταλήστευσαν αρπάζοντας κάθε αντικείμενο αξίας, βίασαν, βασάνισαν και κατέσφαξαν τις Μοναχές, τέλος δε πυρπόλησαν και τα κτίρια της Μονής.

Σύμφωνα με την ανά τους αιώνας διασωσμένη εξιστόρηση των συμβάντων, χαρακτηριστική είναι η απάνθρωπη θηριωδία, αγριότητα και βαρβαρότητα των Μουσουλμάνων επιδρο­μέων.

Οι πειρατές, άλλες Μοναχές κατέσφαξαν, άλλες οδήγησαν στην παραφροσύνη, λόγω των βασάνων στα οποία τις υπέβαλαν. Την ηλικιωμένη και παράλυτη Μοναχή Ευφροσύνη την κρέμασαν από ένα δένδρο και στη συνέχεια την παρέδωσαν ζωντανή εις την πυρά.

Της τότε Ηγουμένης Ολυμπίας, της αφαίρεσαν τα ενδύματα και της έκαιγαν την σάρκα με αναμμένες λαμπάδες. Κατόπιν της πέρασαν από τα αυτιά και την σιαγόνα δύο μεγάλα πυρωμένα καρφιά και τέλος της κάρφωσαν το σώμα με 20 μεγάλα καρφιά σε μία σανίδα και την άφησαν να ξεψυχήσει εν μέσω των φλογών της καιγόμενης Μονής.

 

Αφού παρέμεινε ερειπωμένη και έρημη επί χρονικό διάστημα 200 ετών περίπου, η Μονή αναστηλώθηκε το έτος 1433, από κάποια ευλαβή ευκατάστατη γυναίκα που την έλεγαν Μελπομένη.

Η Μελπομένη ήταν σύζυγος του εμποροπλοιάρχου Κωνσταντή Υαλινά με τον οποίο απέκτησε μία κόρη το έτος 1423, την Βασιλική, και το έτος 1425 ένα γιό, τον Ακίνδυνο. Αυτός υπέφερε εκ γενετής από παράλυση του δεξιού του ποδιού. Οι προσευχές και παρα­κλήσεις της Μελπομένης και του πατρός Ρουβήμ, ο οποίος ήδη μόναζε στο κτήμα τους, εισακούσθηκαν και το έτος 1433 η Υπεραγία Θεοτόκος θεράπευσε την παράλυση του μικρού Ακίνδυνου, αφού έπλυναν το πόδι του με νερό από το αγίασμα της εγκαταλελειμένης Ιεράς Μονής.

Μετά από αυτό το θαύμα, η Μελπομένη έθεσε τον εαυτό της στην υπηρεσία του Κυρίου μέχρι το θάνατό της το Σεπτέμβριο του έτους 1455. Παράλληλα, εκπλήρωσε το τάμα της, να αναστηλώσει την ερειπωμένη Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου (στην οποία πλέον ετιμάτο και η Αγία Παρασκευή), όπου ο γιος της μεγαλώνοντας έγινε Επιστάτης, διαμένοντας σε αυτή μαζί με τον πατέρα Ρουβήμ.

 

Έτσι, όλα ήταν έτοιμα όταν, με την Πρόνοια του Θεού κατέφθασαν στη Λέσβο οι πατέρες Ραφαήλ και Νικόλαος.

Εκεί εγκαταστάθηκαν και ο πατήρ Ραφαήλ έγινε Ηγούμενος.

Ο Ηγούμενος Ραφαήλ αποτέλεσε το πνευματικό κέντρο ολόκληρου του νησιού. Όλοι μιλούσαν για τον Άγιο Γέροντα των Καρυών. Τα λόγια του μαγνήτιζαν και γαλήνευαν τις καρδιές. Με τις συμβουλές του πολλοί βρήκαν το σωστό δρόμο και τη σωτηρία. Ένας από αυτούς, μάλιστα, έγινε Μοναχός με το όνομα Σταύρος και προστέθηκε στην αδελφότητα του μοναστηριού των Καρυών, ενώ ο γέροντας Μοναχός Ρουβήμ κοιμήθηκε ειρηνικά και ενταφιάστηκε με τιμές από τους πατέρες.

Ο Άγιος Ηγούμενος Ραφαήλ έκανε πολύ μεγάλο φιλανθρωπικό έργο και οδήγησε την Ιερά Μονή σε εκ νέου άνθηση. Το έτος 1455, ίδρυσε, δίπλα στη Μονή, μονάδα προληπτικής και θεραπευτικής Ιατρικής, το λεγόμενο «Πρεβαντόριον», στο οποίο διατελούσε και Ιατρός.

Παράλληλα, δημιούργησε γηροκομείο, αλλά και ορφανοτροφείο, στο οποίο σίτιζε 80 ορφανά παιδάκια. Ο ίδιος ο Άγιος σε αποκαλυπτικό ενύπνιο ομολόγησε ότι πρώτα έτρωγαν τα ορφανά του και εάν περίσσευε έτρωγαν και εκείνοι.

 

Κατά την ήρεμη και δημιουργική περίοδο της ζωής τους οι Άγιοί μας πατέρες γνωρίστηκαν καλά και συνδέθηκαν με δυνατή φιλία με τον Προεστό Βασίλειο και την οικογένειά του, καθώς και με το διδάσκαλο Θεόδωρο. Τη δε Αγία Ειρήνη, κόρη του Προεστού Βασιλείου, τη βάπτισε ο Άγιος Ραφαήλ, κάνοντας μάλιστα προσευχή στον Κύριο να της δώσει πολλά ψυχικά χαρίσματα.

Πράγματι, η μικρή Ρηνούλα ήταν μια ευγενική και σεμνή ψυχή και αγαπούσε τόσο πολύ τους πατέρες και το μοναστήρι που ήθελε να είναι συνεχώς μαζί τους. Το πάνσοφο Σχέδιο της Θείας Οικονομίας τους προόριζε να είναι για πάντα μαζί και να εορτάζονται μαζί εις την αιωνιότητα !

Το πλήρωμα του χρόνου ερχόταν…

Κατάληψη της Λέσβου και της Ιεράς Μονής των Καρυών

 

Περί τα τέλη Οκτωβρίου - αρχές Νοεμβρίου του έτους 1461, οι Τούρ­κοι επέδραμαν και κυρίευσαν την Λέσβο. Τον Απρίλιο του έτους 1462, οι Έλληνες Χριστιανοί κάτοικοι της περιοχής της Θερμής, μη ανεχόμενοι την βαρύτατη φορολογία που επιβλήθηκε από τους βάρβαρους κατακτητές, επαναστάτησαν. Κατόπιν αυτού, ο Τούρκος Σουλτάνος Μωάμεθ Β’ εξοργίσθηκε και εξαπέστειλε ένοπλες ορδές με την ρητή εντολή να κα­ταπνίξουν την εξέγερση των Ελλήνων διά πυρός και σιδήρου, πράγμα το οποίο πέτυχαν οι κτηνώδεις βάρβαροι μετά από αγώνα 17 ημερών, αφανίζοντας τους κατοίκους προς παραδειγματισμό.

 

Την Μεγάλη Πέμπτη, 4ην Απριλίου 1462, ο Επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος, έχοντας μεταβεί στην Αγορά του διπλανού προς τη Μονή χωριού για αγορά προμηθειών, πληροφορήθηκε την επικείμενη επιδρομή των Τούρκων κατά της Μονής και έσπευσε αμέσως να πληροφορήσει τον Ηγούμενο πατέρα Ραφαήλ.

Αμέσως τότε, ο Ηγούμενος προέβη εις την φύλαξη όλων των Κειμηλίων και Σκευών της Ιεράς Μονής, μέσα σε μυστική κρύπτη, ώστε να μη περιέλθουν στα χέρια των άπιστων βαρβάρων.

Την Μεγάλη Παρασκευή 5ην Απριλίου 1462, οι Τούρκοι κατόπιν υποδείξεως του ανθέλληνα φίλου τους Γερμανοεβραίου Ιατρού Σβάϊτσερ (Swaitzer), με αρχηγό τον θηριώδη Αρίφ Αγά, πληροφορήθηκαν ότι ορισμένοι από τους εξεγερθέντες Έλληνες της περιοχής που αντιστέκονταν ακόμη είχαν βρει καταφύγιο στην Μονή.

Με την λήξη της Ακολουθίας του Επιταφίου, επέδραμαν εναντίον της Μονής. Κατά την εκδήλωση της επιθέσεως των Τούρκων, ο ηρωικός Ηγούμενος Ρα­φαήλ, υπέδειξε στους επαναστατημένους Έλληνες που βρίσκονταν εκεί κρυφή δίοδο διαφυγής διά της οποίας τους απέστειλε με ρητή εντολή του στο παρακείμενο λόφο για να διασωθούν.

Oι Τούρκοι, επιτιθέμενοι με ιδιαίτερο μένος κατά της Μονής, την κατέλαβαν χωρίς να τους αντισταθεί κανείς, συνέλαβαν τους πατέρες, καθώς και όσους λαϊκούς βρήκαν εκεί. Στους συλληφθέντες συγκαταλέγονταν ο Ηγούμενος της Μονής πατήρ Ραφαήλ, ο Διάκονος Νικόλαος, ο Προεστός του χωριού Βασίλειος, η σύζυγός του Μαρία, η 12ετής κόρη του Ειρήνη, το ηλικίας 11 μηνών βρέφος Ραφαήλ, η ορφανή 16ετής ανεψιά του Ελένη, ο Διδάσκαλος του χωριού Θεόδωρος εξ Ηπείρου.

Ο Ηγούμενος, με την πεποίθηση ότι ο καλός Ποιμένας ουδέποτε εγκαταλείπει το Ποίμνιο, αλλά θυσιάζεται για χάριν του, παρέμεινε στη Μονή να αντιμετωπίσει τους στυγνούς κακούργους. Επίσης, κατόπιν σταθερής επιμονής τους και με την ελεύθερη τους βούληση και οι υπόλοιποι που προαναφέρθηκαν παρέμειναν πλησίον του Ηγουμένου αποφασισ­μένοι να του συμπαρασταθούν σθεναρά και να συμμετάσχουν στη θυσία και το μαρτύριο αυτού ως πιστοί εν Χριστώ αδελφοί και ακόλουθοι.

Ο Μοναχός πατήρ Σταύρος καθώς και ο γιος της Μελπομένης και Επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος, διέφυγαν την σύλληψη, με προτροπή του Ηγουμένου Ραφαήλ.

Θα τελούσαν αργότερα το Ιερό καθήκον του ενταφιασμού των τιμίων Λειψάνων των Μαρτύρων, κατά την πρόβλεψη του ιδίου του Αγίου.

Τα Μαρτύρια των Αγίων

 

Από τη στιγμή της συλλήψεως του Ηγουμένου Ραφαήλ τη νύκτα της Μεγάλης Παρασκευής, άρχισαν οι ανακρίσεις, με τον πιο άγριο τρόπο. Αφού οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να πάρουν με τις ανακρίσεις τις πληροφορίες που ήθελαν, άρχισαν τους βασανισμούς.

Πρώτα, άρπαξαν από την αγκαλιά της μητέρας του το 11 μηνών βρέφος Ραφαήλ, το έριξαν στο έδαφος και το φόνευσαν με χτυπήματα και ποδοπατήματα. Την ίδια τη μητέρα του, Μαρία, την έδεσαν σε ένα δέντρο, επειδή ορμούσε να πάρει το παιδί της, φώναζε και έκλαιγε.

 

Μετά άρχισαν να βασανίζουν σκληρά την 12ετή Παρθενομάρτυρα Ειρήνη, κόρη του Προεστού Βασιλείου, μπροστά στους γονείς της, προκειμένου να κάμψουν το ηθικό τους και να τους εκβιάσουν, για να απαρνηθούν την Πίστη τους και να αποκαλύψουν τον τόπο στον οποίο κρυβόντουσαν οι επαναστάτες Έλληνες.

Άρχισαν λοιπόν να ρίχνουν βραστό νερό στο στόμα της μικρής Ρηνούλας και μετά απέκοψαν διαδοχικά το ένα της χέρι και το ένα της πόδι, ρίχνοντας τα αιμόφυρτα ακρωτηριασμένα μέλη της μπροστά στους γονείς της, για να κάμψουν την αντίστασή τους. Η μητέρα της, δεν άντεξε στη θέα όλων αυτών και από το σπάραγμα ψυχής έπαθε συγκοπή.

Ο πατέρας της όμως, παρά τον τεράστιο ψυχικό του πόνο άντεξε και έμεινε ακλόνητος. Βλέποντας λοιπόν οι βάρβαροι ότι η απόπειρα εκβιασμού απέβηκε ανεπιτυχής και μάταια, την έριξαν σε ένα μεγάλο πιθάρι και την έκαψαν ζωντανή, ολοκληρώνοντας το μαρτύριό της.

Το πιθάρι αυτό βρέθηκε στις ανασκαφές των ημερών μας, με στάχτη μέσα, λίγα καμένα οστά και κάποιες πέτρες. Τα λίγα οστά αυτά έμειναν διότι δεν τα είδαν όταν ενταφίασαν τα υπόλοιπα καμένα υπολείμματα που υπήρχαν στο πιθάρι, ενώ οι πέτρες έπεσαν στο πιθάρι από τους τοίχους της Εκκλησίας, όταν την ανατίναξαν οι Τούρκοι.

Τα πιθάρια που βρέθηκαν στην περιοχή της μονής

Το πιθάρι μέσα στο οποίο μαρτήρησε η 12χρονη Ειρήνη

Την νεαρή ανεψιά του Προεστού, Ελένη, η οποία ήταν 15 χρονών και από ηλικίας τριών ετών είχε μείνει ορφανή, την κακοποιούσαν αλληλοδιαδόχως και κατ’ εξακολούθηση οι Τούρκοι υπάνθρωποι και την χτυπούσαν με βαναυσότητα, έως ότου από το φόβο, τους πόνους και την αιμορραγία παρέδωσε το πνεύμα Της στον Κύριο.

Ο Προεστός Βασίλειος, αφού πρώτα μαρτύρησε ψυχικά βλέποντας το μαρτύριο των παιδιών του, υπέστη και φοβερά σωματικά μαρτύρια. Του έκοψαν τη μύτη, τ’ αφτιά, τα γεννητικά του όργανα και του έβγαλαν τα μάτια. Στο τέλος του έκοψαν την κεφαλή και τον περιέπεξαν. Γι’ αυτό, ο Προεστός Βασίλειος είναι και πρέπει να τιμάται ως Μεγαλομάρτυς.

Έπειτα, άρχισαν να βασανίζουν το δάσκαλο Θεόδωρο επίσης με πολύ σκληρό τρόπο. Του έκοψαν κι’ εκείνου τα γεννητικά όργανα, όπως επίσης και τα χέρια και τέλος του απέκοψαν την κεφαλή, βάζοντάς τη μετά ανάμεσα στα πόδια του.

 

Τελευταίος μαρτύρησε ο Άγιος Ραφαήλ, γιατί οι θηριώδεις και αιμοδιψείς βασανιστές του δεν βιάζονταν να τον αποτελειώσουν, νομίζοντας ότι θα αποσπούσαν την ομολογία που επιθυμούσαν.

Έτσι, τράβηξε απίστευτα βασανιστήρια. Τον έβριζαν, τον χτυπούσαν με λύσσα και τον απειλούσαν. Σε μια στιγμή εκείνος πετάχτηκε όρθιος, τραβώντας τον σταυρό του από το ράσο του και τον έδειξε με θάρρος λέγοντας :

«Εμείς Αυτόν προσκυνούμε και ποτέ δε θα Τον αρνηθούμε !». Τότε όρμησαν με μανία πάνω του, τον γύμνωσαν, τον έδεσαν πισθάγκωνα, και συνεχώς τον χτυπούσαν ανηλεώς με τα κοντάκια των όπλων τους, παραλύοντάς τον.

Του κατατρυπούσαν το σώμα σε διάφορα σημεία με λόγχες και τον έσερναν επάνω σε αιχ­μηρές πέτρες τραβώντας τον από την γενειάδα, ώστε όλος ο τόπος είχε βαφτεί κόκκινος από το αίμα του.

Έπειτα, εφόσον το αθώο θύμα τους εξακολουθούσε να αντέχει και να υπομένει αγόγγυστα τα μαρτύρια, τον κρέμασαν από τα πόδια με την κεφαλή προς το έδαφος από τα κλαδιά της μεγάλης καρυδιάς που βρισκόταν στο προαύλιο της Μονής. Σε εκείνη την καρυδιά αποκάτω έκαναν οι πατέρες κάθε χρόνο την Ανάσταση.

Στη συνέχεια, όταν οι ανάλγητοι και θηριώδεις εγκληματίες (δαιμονόψυχοι κατά τον χαρακτηρισμό του ίδιου του Αγίου) διαπίστωσαν ότι παρ’ όλα τα μαρτύρια στα οποία τον είχαν υποβάλει, ο Ηγούμενος Ραφαήλ δεν απαρνιόταν την Πίστη του και δεν πρόδιδε τους Έλληνες Χριστιανούς επαναστάτες, με οφθαλμούς λαμπυρίζοντες σαν πυρωμένα κόκκινα κάρβουνα και χείλη αφρισμένα από το μίσος και τη μανία τους, τον κάθισαν γονατιστό στο έδαφος και τον αποκεφάλισαν με φρικώδη τρόπο πριονίζοντας την κεφαλή του !! Όχι στο λαιμό, αλλά ξεκινώντας από το σημείο του στόματος!! Τη ματωμένη κάτω σιαγόνα που αποκόπηκε την έριξαν καταγής εν μέσω μιας λίμνης αίματος και σε μικρή απόσταση από το υπόλοιπο σώμα.

Τη σιαγόνα αυτή δεν τη βρήκαν όταν ενταφίασαν τον Άγιο, γι’ αυτό και βρέθηκε ξεχωριστά, εκτός του τάφου στις ανασκαφές επί των ημερών μας. Έτσι, ο ήδη πριν μαρτυρήσει Άγιος, έγινε και Μεγαλομάρτυς του Χριστού ένδοξος και παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στον Κύριο.

 

Τον Άγιο Νικόλαο, τον έδεσαν κι’ αυτόν πισθάγκωνα, τον κρέμασαν από άλλη μικρότερη καρυδιά ευρισκόμενη και εκείνη στο προαύλιο της Μονής και τον βασάνιζαν νυχθημερόν, χτυπώντας και λογχίζοντάς τον. Όμως, λόγω της ασθενούς κράσεως του οργανισμού του, ο Άγιος Νικόλαος δεν άντεξε για πολύ στα μαρτύρια, τους ανηλεείς δηλαδή ξυλοδαρμούς, αλλά βλέποντας και τον πολυαγαπημένο του Ηγούμενο να τον σέρνουν αιμόφυρτο υπέστη ανακοπή καρδιάς και παρέδωσε κι’ Αυτός το πνεύμα Του στον Κύριο.

Κατά δε την αποκαλυπτική μαρτυρία του Αγίου Ραφαήλ, οι ψυχές των δύο Αγίων ανέβηκαν μαζί στον Ουρανό. Μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο.

 

Ένας ξένος Ιατρός, ο Αλέξανδρος, που αγαπούσε πολύ τον πατέρα Ραφαήλ και έτρεξε να δει τι γίνεται όταν έμαθε πως οι Τούρκοι επέδραμαν στο μοναστήρι, αντικρύζοντας το φοβερό θέαμα της σφαγής του Αγίου Ηγουμένου δια πριονισμού της κεφαλής του, από την φρίκη τρελάθηκε και τράβηξε μαχαίρι να αυτοκτονήσει, παθαίνοντας όμως ανακοπή πριν προλάβει να το μπήξει στην καρδιά του.

 

Μετά το πέρας των σφαγών και του αποτρόπαιου λουτρού αίματος, οι αιμοσταγείς Τούρκοι, αφού σύλησαν και λεηλάτησαν όσα Ιερά κειμήλια και αντικείμενα αξίας βρήκαν, παρέδωσαν στις φλόγες την Μονή, ανατινάζοντάς την. Η σφαγή των Μαρτύρων συντελέστηκε τη νύκτα της Δευτέρας της Διακαινισίμου, δεκαπέντε λεπτά της ώρας προ του μεσονυκτίου (εκκλησιαστικώς ήδη θεωρούμενης από το απόγευμα της Δευτέρας ως Τρίτη του Πάσχα) και η καταστροφή της Ι. Μονής λίγο αργότερα, ενώ ξημέρωνε Λαμπροτρίτη 9η Απριλίου 1462.

Μετά τη διάπραξη των προαναφερθέντων βανδαλισμών και την εκτέλεση των περιγραφέντων κακουργημάτων, οι κτηνώδεις ως συνήθως Τούρκοι, ικανοποίησαν προσωρινώς τα θηριώδη ένστικτά τους και απήλθαν για να συνεχίσουν το ίδιο έργο τους αλλού. Πίσω τους άφησαν καπνισμένα ερείπια και πέτρες γεμάτες από τα αίματα των Μαρτύρων, ενώ στο έδαφος κείτονταν εδώ και εκεί τα ακρωτηριασμένα τίμια λείψανα των σφαγιασθέντων Μοναχών και λαϊκών.

Μεταξύ των άλλων ανθρωπόμορφων κτηνών, οι κυριότεροι και αγριότεροι βασανιστές ήταν πέντε ελεεινά άτομα εκ των οποίων δύο Τούρκοι Μουσουλμάνοι, ένας Λαζός, ένας Τσερκέζος και ένας Τουρκαλβανός. Σύντομα, βεβαίως, η Θεία Οργή για το ανοσιούργημα που με κακία επιτέλεσαν έφθασε πάνω τους. 

Έλληνες επαναστάτες τους έπιασαν και τους σκότωσαν και τους έθαψαν όλους μαζί στον ίδιο λάκο.

Η δραματική σειρά των Μαρτύρων ολοκληρώνεται

 

Την επομένη νύκτα, μετά την αποχώρηση της τουρκικής ορδής, ο Μοναχός Σταύρος και ο επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος, οι οποίοι μέχρι τότε κρύβονταν στην σπηλιά του αποθανόντος Γέροντος Ιωσήφ με τον οποίο μόναζε παλιότερα ο πατέρας Σταύρος, βγήκαν απ’ το κρυσφήγετό τους, και μετέ­βηκαν κρυφά στο παρακείμενο χωριό της Θερμής και παρακάλεσαν τον ηλι­κίας 112 ετών τυφλό Ιερέα του χωριού πατέρα Σάββα, να τους ακολουθήσει μέχρι την ερειπωμένη Ιερά Μονή, προκειμένου να τελέσει την εξόδιο Ακολουθία πριν τον ενταφιασμό των Μαρτύρων.

            

Και ιδού η πρώτη παρουσία της Θείας Χάριτος και του Αγιασμού : Με την άφιξή του στον τόπο του μαρτυρίου, ο υπέργηρος τυφλός Ιε­ρέας προσευχήθηκε και ικέτευσε τον Κύριο να τον ευλογήσει επιτρέποντας του να αντικρύσει με τα ίδια του τα μάτια τον τόπο και τα λείψανα των Μαρτύρων. Και ω του Θαύματος, έγινε μια εκθαμβωτική λάμψη, ο Ιερεύς ανέβλεψε και είδε το φρικτό θέαμα. Στη συνεχεία, αφού προσευχήθηκε, τέλεσε συγκλονισμένος την νεκρώσιμη Ακολουθία και προέβη εις τον ενταφιασμό των θυμάτων ως εξής : Τα καθαγιασθέντα δια της θυσίας υπέρ Πίστεως και Πατρίδος λείψα­να του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής εντός του ερειπωμένου Ιερού Ναού. Του Διακόνου Νικολάου εις το αριστερό προαύλιο του Ιερού Ναού, της δε Παρθενομάρτυρος Ειρήνης και των λοιπών Μαρτύρων σε διάφορα σημεία γύρω από τον Ιερό Ναό, όπου ακριβώς και ανευρέθηκαν μετά από αιώνες, στην εποχή μας, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου.

Μετά τον ενταφιασμό των λειψάνων των Μαρτύρων, ο επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος μετά του Μοναχού πατρός Σταύρου, συνόδευσαν τον υπέργηρο Ιερέα κατά την επάνοδό του στο χωριό του, όπου και απεβίωσε μετά από λίγες μέρες.

Αργότερα, ο πατήρ Σταύρος συνελήφθη από ένοπ­λους άνδρες τουρκικής περιπόλου οι οποίοι ήξεραν ότι υπήρχε και άλλος καλόγερος στο μοναστήρι και τον έψαχναν. Τον βασάνισαν με τον πιο άγριο τρόπο και τον αποκεφάλισαν, χωρίς όμως να καταφέρουν να του πάρουν την ομολογία που ζητούσαν.

Το τίμιο Λείψανό του έμεινε δυο μέρες άταφο, χωρίς κανείς να τολμήσει να το πλησιάσει, μέχρι που δυο χριστιανοί το πήραν και το ενταφίασαν στην αυλή του κατεστραμμένου μοναστηριού των Καρυών.

Πιο μετά και ο Επιστάτης Ακίνδυνος ανακαλύφθηκε επίσης από τους Τούρκους και μαρτύρησε και εκείνος, μετά από άγριο βασανισμό. Τα Ιερά λείψανά του τα ενταφίασαν στο κοιμητήρι του μοναστηριού των Καρυών, κοντά στους τάφους των γονιών του. 

 

Έτσι, έκλεισε δραματικά ο κύκλος των σφαγών που συντελέστηκαν στο μαρτυρικό λόφο των Καρυών, ενώ τα ίδια τα γεγονότα, υπό τον φόβο των βάρβαρων και αιμοχαρών κατακτητών παρέμεναν στην αφάνεια και σταδιακά ξεχάστηκαν από τους ντόπιους κατοίκους της Θερμής και μόνο το έθιμο να τελείται Λειτουργία την Τρίτη του Πάσχα στο Λόφο των Καρυών έμεινε στην παράδοση του τόπου, χωρίς όμως να θυμάται ή να γνωρίζει κανείς το γιατί.

Έπρεπε να’ ρθεί η εποχή μας, η ευλογημένη ώρα της εκ Θεού αποκαλύψεως των υπερφυών αυτών Μυστηρίων, για να έλθουν όλα αυτά στο φως και να καταυγάσουν πιστούς και απίστους.

Το υπόγειο αγίασμα 

Η εικόνα των Αγίων

Ραφαήλ Νικολάου και Ειρήνης

Το τέμπλο του Ιερού Ναού

Απολυτίκιο -
00:0000:00

Ακολουθεί μια σειρά μαρτυριών περι θαυμάτων

Θα ήθελα να σας γράψω το θαύμα που μου έκανε ο Άγιος Ραφαήλ.

Είμαι η Ελένη Χ. από την Αλεξάνδρεια Ημαθείας. Το Νοέμβριο του 2011 μαθαίνω από τον γυναικολόγο μου
ότι είμαι έγκυος στο δεύτερο παιδάκι μου. Μου είπε ο γιατρός ότι πρέπει να πάω τον άλλο μήνα, δηλαδή τον ∆εκέμβριο, να ακούσουμε την καρδούλα του μωρού.

Περνάει ο καιρός και ήρθε η μέρα που πρέπει να κάνουμε τον υπέρηχο, να ακούσουμε την καρδούλα του μωρού. Πάμε στον γιατρό, με βάζει στον υπέρηχο, βλέπει από εδώ, βλέπει από εκεί, τίποτα. Ο σάκος πολύ πιο μεγάλος από την πρώτη φορά, αλλά άδειος. ∆εν φαίνεται τίποτα. Εγώ και ο άντρας μου παγώνουμε. Ακούμε τον γιατρό να μας λέει ότι δεν ακούει την καρδούλα του μωρού και δεν βλέπει έμβρυο. Μας φωνάζει στο γραφείο του και μας λέει ότι πρέπει να κάνω τον καθαρισμό, δηλαδή απόξεση, για να μην μείνουν υπολείμματα στη μήτρα, γιατί είναι επικίνδυνο, μπορεί να προκληθεί σηψαιμία και θάνατος.

Ήταν ημέρα Τρίτη όταν έγιναν όλα αυτά. Μας κλείνει ραντεβού για την Παρασκευή (3 μέρες μετά). Εμείς αυτές τις ημέρες ήμασταν πολύ στεναχωρημένοι.

Παίρνω, λοιπόν, τηλέφωνο έναν από τους πατέρες της Αδελφότητος του Αγίου Ραφαήλ στο Άνω Σούλι 
Μαραθώνος, τον οποίο γνώριζα τηλεφωνικά και με στήριζε με τα καλά του λόγια, με τις ευχές και τις προσευχές του. Γεμάτη πόνο του εξιστόρησα όσα συνέβησαν και τον παρακάλεσα να προσευχηθεί για μένα και το μωρό μου. Εκείνος μου έδωσε θάρρος και δύναμη. Μου είπε να μην απελπίζομαι, αλλά να έχω πίστη το Θεό και τους Αγίους. Μου είπε ότι θα προσευχηθεί, αλλά να προσευχηθώ και γω, να παρακαλέσω τον Άγιο Ραφαήλ να αναλάβει την κατάσταση και να λέω στον Άγιο Ραφαήλ: «Άγιε Ραφαήλ, προχώρα εσύ μπροστά και εγώ σ’ ακολουθώ !».

Αυτό και έκανα. Έρχεται η Παρασκευή και πάμε στον γιατρό να κάνω την επέμβαση (δεν παύει να είναι χειρουργείο). Φτάνουμε στο ιατρείο.

Ο γιατρός είναι πάνω στα χειρουργεία, γιατί έχει μια γέννα. Μόλις τελείωνε θα ανέβαινα και εγώ να κάνω την απόξεση. Περίμενα λίγη ώρα μαζί με τον άντρα μου και με μια φίλη μας.

Χτυπάει το τηλέφωνο είναι ο γιατρός μου και ρωτάει την υπάλληλό του αν έχω έρθει και του λέει ότι είμαι στο ιατρείο του και είμαι έτοιμη να ανέβω πάνω για την επέμβαση. Τότε ο γιατρός της λέει να περιμένω να με ξαναδεί, προκειμένου να μου φύγει κάθε αμφιβολία, και μετά να γίνει η επέμβαση.

Κατεβαίνει ο γιατρός, με φωνάζει και με βάζει στον υπέρηχο. 
Ο άντρας μου, σίγουρος ότι δεν υπάρχει μωρό, κάθεται έξω και με περιμένει. Βάζει ο γιατρός το μηχάνημα και τι να δει !
Θεέ μου, την καρδούλα να χτυπάει κανονικά και το έμβρυο, το οποίο το έβλεπα και εγώ !

Ο γιατρός τα έχασε. Με ξαναείδε 2-3 φορές. Βγαίνει έξω σαστισμένος, πάει στον υπολογιστή του να δει το ιστορικό μου (που να ήξερε ότι είχε βάλει ο Άγιος Ραφαήλ το χέρι Του). Μετά από λίγο έρχεται μέσα στον υπέρηχο, φωνάζει και τον άντρα μου και μας ανακοινώνει ότι η επέμβαση δεν μπορεί να γίνει, γιατί υπάρχει μωράκι και μάλιστα χτυπάει κανονικότατα η καρδούλα του. Η χαρά μας ήταν τόσο μεγάλη που δεν περιγράφεται με λόγια. Ήμασταν πανευτυχείς.

Με το που φύγαμε από τον γιατρό η πρώτη σκέψη που είπα στον άντρα μου και την φίλη μας ήταν να πάω να ανάψω ένα κεράκι στον Άγιο Ραφαήλ.
Ευχαριστήσαμε τον Άγιο Ραφαήλ μέσα από την καρδιά μας για το θαύμα που μας έκανε. Είναι ο προστάτης μου Άγιος, όπως είναι και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και η Παναγία μας. 
Μας βοηθάει καθημερινά με την παρουσία Του. Θα Τον ευχαριστω σε όλη μου τη ζωή !

Ευχαριστώ για όλα Άγιέ μου Ραφαήλ!

Ονομάζομαι  Παύλος Καρυπίδης, είμαι κάτοικος Ακρολίμνης Κρύας Βρύσης Γιαννιτσών (23820–63471). Καταθέτω σήμερα, 13/10/07, τι μας συνέβη. 

Το επάγγελμά μου ήταν ελαιοχρωματιστής. Το πρόβλημά μου ξεκίνησε από τα πόδια μου λόγω της δουλειάς που είχα. Το Σεπτέμβριο του 2002 πήγα σε αγγειολόγο και μου σύστησε να κάνω μια ακτινογραφία στη μέση.

Η ακτινογραφία έδειξε ένα μικρό πρόβλημα. Με έστειλε να κάνω αξονική, που έδειξε δισκοκήλη. Μού έγραψε να κάνω 20 συν 20 ενέσεις, λέγοντας ότι θα περάσει. 


Τον Ιανουάριο του 2003 οι πόνοι δυνάμωσαν. Έκανα εντριβές, μασάζ στη μέση, δεν περνούσαν.

Πήγα σε ένα πρακτικό στην Αριδαία τον κυρ–Χρήστο, δεν βρήκα αποτέλεσμα. Πήγα σε συγχωριανό μας φυσίατρο–βελονιστή στη Θεσσαλονίκη, τον κ. Αστ. Παπανικολάου, ο πόνος συνεχιζόταν. 
 

Συνέχισα να δουλεύω, ελπίζοντας να περάσει. Μια μέρα που δεν άντεχα άλλο τον πόνο, τέλη Μαρτίου του 2003, πήγα στο Νοσοκομείο της Νάουσας στο Ορθοπεδικό Τμήμα. Με εξέτασε ο γιατρός, είδε την αξονική του 2002, δεν βρήκε τίποτε και με έστειλε στο Διευθυντή της Ορθοπεδικής κ. Γιάντζη. Με εξέτασε κι εκείνος, δεν διαπίστωσε τίποτε, με άφησε να φύγω. 


Έφυγα, συνέχισα να βάφω στο φιλικό σπίτι, πιστεύοντας ότι περάσει. Ο πόνος συνέχιζε, έκανα μασάζ κάθε βράδυ. Μια μέρα φυσούσε δυνατός αέρας και δεν πήγα στη δουλειά. Πήγα στο Νοσοκομείο στη Νάουσα και επέμεινα να με κρατήσουν μέσα να γίνει κάποια θεραπεία ή πλήρεις εξετάσεις. 
Τελικά με κράτησαν, έκανα αγωγή με κάτι ενέσεις, χωρίς αποτέλεσμα. Αποφάσισαν να μου κάνουν μαγνητική και με έστειλαν στο ιδιωτικό Κέντρο “Παναγία” στη Βέροια.

Ήταν 8 Απριλίου 2003, είχε χιονίσει, και πήγα με δικό μου μέσον, γιατί δεν υπήρχε ασθενοφόρο. Μετά την Μαγνητική εξέταση, ο ακτινολόγος μου είπε: «Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα». Έδειξε τις εξετάσεις και στο Νοσοκομείο στον ορθοπεδικό που με παρακολουθούσε.

Μόλις τις είδε, μου λέει: «Ετοιμάσου, είναι επείγον να φύγεις για τη Θεσσαλονίκη στο Νοσοκομείο “Παπανικολάου”». Με έστειλαν συστημένο με σημείωμα στον Καθηγητή κ. Αναστάσιο Χριστοδούλου (ειδικό για τη σπονδυλική στήλη). 
Ο Καθηγητής ζήτησε να γίνει βιοψία. Έγινε στο ίδιο Νοσοκομείο 14/4. Περιμέναμε αποτελέσματα. 
Αυτό το διάστημα επισκεφθήκαμε την Ιερά Μονή Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου & Ειρήνης Γρίβας, προσκυνήσαμε τα άγια λείψανα, πήραμε λαδάκι και Αγιασμό από την Χάρη τους.

Σταυρωνόμουν συνέχεια. 
Η βιοψία έδειξε αιμαγγειοενδοθηλίωμα και βλάβη στον Ο2 σπόνδυλο, πολύ δύσκολη μορφή καρκίνου στο σημείο εκείνο. Για να έχω και δεύτερη γνώμη, πήγα στο Νοσοκομείο “Παπαγεωργίου”.

Εξετάστηκα κι εκεί, ο γιατρός είδε τα αποτελέσματα της βιοψίας και είπε ότι είναι πολύ δύσκολο και δεν ανελάμβανε ο ίδιος. 


Επιστρέφω στο “Παπανικολάου”, στον κ. Χριστοδούλου. Με ενημέρωσε για τη σοβαρότητα και τις δυσκολίες, αλλά δέχτηκε να με αναλάβει. Έπρεπε να αφαιρεθεί σπόνδυλος μαζί με τη μάζα του όγκου, να γίνει σπονδυλοδεσία, να αφαιρεθεί ένα τμήμα νεύρου, με ενδεχόμενο να κουτσαίνω ή να μην πατά σταθερά το δεξί μου πόδι. Έγιναν όλες οι εξετάσεις πριν την εγχείρηση.

Στίς 30/5 έγινε η πρώτη επέμβαση με μεγάλη χειρουργική τομή στην κοιλιά, κράτησε 8 ώρες, μου χορήγησαν 5 φιάλες αίμα. Αφαιρέθηκε η μάζα και έγινε πρόσθια σπονδυλοδεσία (τοποθετήθηκαν λάμες). Η δεύτερη επέμβαση έγινε στις 23/6 (σημείωση: την επέτειο ευρέσεως του λειψάνου του Αγίου Ραφαήλ). Κράτησε 5 ώρες, χρειάστηκαν 2 φιάλες αίμα.

Μού έκαναν οπίσθια σπονδυλοδεσία, με κατακόρυφη μεγάλη τομή πίσω στην πλάτη. 
Όλο αυτό το διάστημα η γυναίκα μου με σταύρωνε με λαδάκι και έπινα Αγιασμό από τους Αγίους Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη. Διαβάζαμε Παρακλήσεις στον Άγιο. Δεν χάναμε την πίστη μας. Γιατί από την πρώτη στιγμή αισθανόμασταν την παρουσία τους.

Μετά την πρώτη εγχείρηση, δεν ήταν δυνατόν να γυρίσω στο πλάι, ήμουν διασωληνωμένος και με παυσίπονα και ηρεμιστικά. Το ίδιο βράδυ από την πολλή κούραση και τον πόνο με πήρε για λίγο ο ύπνος. 
Στον ύπνο μου βλέπω να έρχεται κοντά μου ένας γιατρός. Πλησιάζει να με εξετάσει και με τραντάζει δυνατά από τη μέση. «Γιατρέ, τώρα εγχειρίστηκα». Μού απαντά: «Μη φοβάσαι. Θα σε κάνω καλά». 

 

Το πρωί με ρωτά η γυναίκα μου: «Πώς γύρισες;» Με βρήκε να κοιμάμαι ήρεμος, στο πλάι γυρισμένος. Ήταν η απάντηση του Αγίου, γιατί συνεχώς τον παρακαλούσαμε όλον τον καιρό να δείξει ένα σημάδι ότι μας ακούει και θα μας βοηθήσει. Δυνάμωσε πιο πολύ η πίστη μας. Γνωρίζαμε ότι δεν είμαστε μόνοι. 


Μετά τη δεύτερη εγχείριση περιμέναμε τη βελτίωση και αναρωτιόμασταν πότε θα βγώ. Ήταν άγνωστο. Έπρεπε να γίνει αξονική τομογραφία, να δούν οι γιατροί αν όλα ήταν καθαρά. Μας έλεγαν «Ίσως, Δευτέρα, Τετάρτη…να βγείτε». Το βράδυ της Κυριακής γύρω στις 10 μ.μ., όπως ξάπλωνα για να με πάρει ο ύπνος, ένιωσα να τραντάζεται το κρεβάτι μου. Πολύ δυνατό τράνταγμα, σαν κάποιος να έσπρωχνε όλο το κρεβάτι. Το ένιωσε και η γυναίκα μου. «Θέλεις κάτι; Γιατί με σπρώχνεις;» με ρωτάει. «Εσύ με σπρώχνεις» της απαντώ. Γυρίσαμε να δούμε τις λάμπες, μήπως γινόταν σεισμός. Τίποτε.

Οι διπλανοί μου στο θάλαμο, άλλοι τρεις άρρωστοι, όταν τους ρωτήσαμε, δεν είχαν καταλάβει τίποτε. Καταλάβαμε ότι είχε ρθει η ώρα να βγούμε από το Νοσοκομείο. 
Το πρωί της Δευτέρας μου έκαναν αξονική, βγήκαν καθαρά τα αποτελέσματα, και μου έδωσαν εξιτήριο 7/7, μνήμη της Αγίας Κυριακής.

Στο Ενημερωτικό Σημείωμα του Νοσοκομείου με ημερομηνία 7/7/2003, που υπογράφουν ο κ. Αν. Χριστοδούλου, χειρ. ορθοπεδικός–αν. Καθηγητής, και ο βοηθός κ. Παναγ. Συμεωνίδης της Α΄ Ορθοπεδικής του “Παπανικολάου”, αναφέρονται μεταξύ άλλων:

"Α΄ 30/5/03 Πρόσθια Σπονδυλοδεσία – Ημισωματεκτομή. Β΄ 23/6/03 Οπίσθια Σπονδυλοδεσία. Καλή Μετεγχειρητική Πορεία…Θεραπευτική Αγωγή: ΕΟΦΑ. Αναμονή αποτελέσματος Γ΄ Βιοψίας. Έγερση–κινητοποίηση" 

 

Μετά από κάποιο διάστημα ειδοποιήθηκα να πάω στο “Θεαγένειο” για ακτινοβολίες, και έπειτα ακολούθησαν οι χημειοθεραπείες. Είχα γίνει ράκος. 
Υποσχεθήκαμε να πάμε στο λόφο του μαρτυρίου των Αγίων. Το πραγματοποιήσαμε το καλοκαίρι του 2004. Επισκεφθήκαμε και το Μοναστήρι στη Γρίβα. Κάναμε Παρακλήσεις, θείες Λειτουργίες, κοινώνησα.

Πήραμε πάλι λαδάκι και Αγιασμό. 
Το 2005 προληπτική εξέταση (αξονική τομογραφία) έδειξε μετάσταση του καρκίνου στο ήπαρ με δύο εστίες. Πρίν κάνω μαγνητική τομογραφία για να δούν καλύτερα την εξέταση, πήγα στο Μοναστήρι των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου & Ειρήνης στη Γρίβα. Προσκύνησα τα ιερά λείψανα των Αγίων, με σταύρωσε ο Ιερέας με τον Τίμιο Σταυρό, μου διάβασε Ευχή υπέρ υγείας. Η μαγνητική έδειξε μία μόνο εστία! Στην εγχείριση στο “Θεαγένειο”, όταν με άνοιξε ο γιατρός κ. Κ. Σέντζης, ούτε αυτός βρήκε δεύτερο όγκο. Ακολούθησαν νέες χημειοθεραπείες και εξετάσεις. 
Στην Ιατρική Βεβαίωση του “Θεαγενείου”  (7/6/05) από το Β΄ Παθ. Ογκολογικό, γράφει: «…Τον Απρίλιο 2005 υποβλήθηκε σε μερική κυστεκτομή για μεμονωμένη μεταεστία στο δεξιό λοβό του ήπατος. Τώρα χορηγείται συστηματική χημειοθεραπεία. Η πρόγνωση θεωρείται αβέβαιη». 
Δεν χάνουμε την πίστη μας στο Θεό, στην Παναγία, στους Αγίους μας Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη, που σε κάθε δυσκολία τους επικαλούμαστε και τρέχουν πάντα κοντά μας. Τον Ιούνιο του 2007 ξαναεπισκέφθηκα τον τόπο του μαρτυρίου στη Μυτιλήνη, να προσκυνήσω και να ευχαριστήσω τους Αγίους, γιατί μας παραστέκονται σε κάθε δυσκολία. Μέχρι σήμερα νιώθω καλά, δεν έχω άλλη επιπλοκή.

Δοξασμένο το όνομα του Κυρίου και των Αγίων Αυτού!

 

Όσο κι αν είναι σκληρές τέτοιες δοκιμασίες, ας συνειδητοποιήσουμε: α) ότι «ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, την μέλλουσαν επιζητούμεν» (Εβρ. ιγ/14)· β) ο θάνατος, η αρρώστια, ο πόνος είναι “κατορθώματα” του δικού μας χωρισμού από την κοινωνία με το Θεό στον παράδεισο· γ) ο Θεός δεν θέλει τη δική μας ταλαιπωρία, αλλά τα επιτρέπει προς καιρόν, ανατρέποντας το αποτέλεσμά τους για κάθε πιστό, ώστε να οδηγούν (διά μετανοίας, πίστεως, καρτερίας) να συνεργούν στην κάθαρση του ανθρώπου και την αμεσότερη κοινωνία του με τον Κύριο·  δ) ο Κύριος δέχθηκε επί του Σταυρού εκουσίως τον πόνο και το θάνατο, δικά μας “κατορθώματα”, οι δε Άγιοί Του όλοι δοκίμασαν βάσανα είτε μαρτυρίων είτε ασκήσεως· ε) εξ άκρας φιλανθρωπίας ο Κύριος και οι Άγιοι είναι οι μόνοι που μπορούν να οδηγήσουν στην υπέρβαση του τρομερού υπαρξιακού αδιεξόδου από τη δοκιμασία του πόνου, της αρρώστιας, του αναμενόμενου θανάτου· είτε με την δια ιατρών θεραπευτική απόληξη μιας αρρώστιας είτε με τη θαυματουργική ίαση μιας ανίατης περιπτώσεως είτε με την αναβολή του βιολογικού τέλους, ώσπου ο άνθρωπος ο διαρκής στόχος της άμετρης αγάπης του σαρκωθέντος και σταυρωθέντος και αναστάντος Θεανθρώπου να βρεί “πηγήν της ζωής και θύραν παραδείσου”.

Όλα αυτά δεν αναιρούν την τραγικότητα του πόνου, της ανίατης αρρώστιας, του θανάτου· τους προσδίδουν το αληθινό τους νόημα και επισημαίνουν ότι ο θεόπλαστος και θεόσωστος άνθρωπος είναι ανώτερος και των χαρμοσύνων και των θλιβερών περιστατικών της ζωής του, στην προοπτική της πραγματικής κοινωνίας του με τον ζώντα Θεό.

 

Ονομάζομαι Ιωάννης Κανταρτζόγλου και θα ήθελα να κάνω γνωστά δύο θαύματα του Αγίου Ραφαήλ τα οποία έγιναν στην οικογένειά μου και τα βίωσα προσωπικά. Το πρώτο συνέβη το 2000 και το δεύτερο έγινε το 2012.

Η μητέρα μου λεγόταν Δέσποινα και για 25 περίπου χρόνια είχε αρκετά σοβαρά προβλήματα υγείας με αποτέλεσμα να είναι για μεγάλα διαστήματα καθηλωμένη στο κρεβάτι. Για το λόγο αυτό καθόταν τελείως μόνη σχεδόν όλη την ημέρα αφού εγώ και ο πατέρας μου λείπαμε από το σπίτι, με μοναδική συντροφιά τις πολλές εικόνες που είχε ακριβώς απέναντι από το κρεβάτι της και στις οποίες μίλαγε, όπως μου είχε αναφέρει κάποια στιγμή, αφού δεν είχε να μιλήσει σε κανέναν άλλο.

Την εικόνα όμως του Αγίου Ραφαήλ τον οποίο είχε ως προστάτη και τον ευλαβείτο πάρα πολύ, την είχε για χρόνια δίπλα στο προσκέφαλό της.

Το έτος 2000 κι ενώ εγώ έλειπα δύο μήνες για δουλειά στην Κρήτη, με ειδοποίησε ο πατέρας μου να γυρίσω γιατί η υγεία της μητέρας μου είχε επιδεινωθεί. Πράγματι γύρισα και όταν την αντίκρισα τρόμαξα αφού το χρώμα της ήταν ολόλευκο σαν γάλα, είχε να φάει για μέρες και πονούσε πολύ.

Με ασθενοφόρο την πήγαμε στο Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης όπου την ίδια ημέρα διαγνώστηκε καρκίνος στον περιτοναϊκό χώρο. Να αναφέρω δε ότι ο αιματοκρίτης της είχε πέσει στο 19, έτσι εξηγείτο και το κατάλευκο χρώμα, η δε κοιλιά της αν και δεν έτρωγε καθόλου είχε πρηστεί τόσο πολύ που ήταν πλέον τεράστια.

Μετά από τρεις μέρες αν θυμάμαι καλά και πάλι με ασθενοφόρο μάς μετέφεραν ημέρα Δευτέρα στο Θεαγένειο αντικαρκινικό, όπου οι γιατροί μας είπαν ότι η κατάσταση της ήταν κρίσιμη και πως αν δεν την χειρουργούσαν άμεσα θα πέθαινε σε δύο βδομάδες περίπου. Όμως και το να την εγχειρήσουν ήταν μεγάλο ρίσκο αφού ήταν τελείως αδύναμη και οι γιατροί πίστευαν πως δεν θα μπορούσε να αντέξει την νάρκωση.

Ξεκίνησαν αμέσως να της κάνουν μεταγγίσεις αίματος ενώ η εγχείρηση προγραμματίστηκε για την Παρασκευή το πρωί. Μέχρι και το βράδυ της Πέμπτης της είχαν μεταγγίσει 12 ή 13 φιάλες αίμα.

Την Πέμπτη αργά το μεσημέρι ήρθε ο αναισθησιολόγος και μου έκανε νόημα να βγω για να μου μιλήσει, όμως εγώ του ζήτησα ότι είχε να πει να το πει μπροστά στην μητέρα μου αφού γνώριζε τα πάντα για την κατάστασή της. Μας είπε λοιπόν ότι δεν μπορούσε να γίνει η εγχείρηση γιατί πίστευαν ότι θα πέθαινε μόλις της χορηγούσαν την νάρκωση και θα έπρεπε να πάρω εγώ την ευθύνη και να υπογράψω.

Ξέροντας όμως ότι σε περίπτωση που δεν γινόταν η εγχείρηση είχε μια δυο βδομάδες ζωή ρώτησα την μητέρα μου τι ήθελε να κάνουμε. Εκείνη με σίγουρη και ήρεμη φωνή και μπροστά στον έκπληκτο γιατρό μου είπε « παιδί μου άσε τον γιατρό να λέει, εσύ υπόγραψε κι εγώ θα μπω και θα βγω ζωντανή από το χειρουργείο, γιατί εμένα θα με εγχειρήσει ο Άγιος Ραφαήλ και μη φοβάσαι».

Ο αναισθησιολόγος άκουγε με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του ενώ εγώ ξαναρώτησα την μητέρα μου αν ήταν σίγουρη για την απόφασή της κι εκείνη μου επανέλαβε τα ίδια λόγια. Ζήτησα από τον γιατρό τα χαρτιά και υπόγραψα.

Την εγχείρηση θα έκανε ένας από τους πιο έμπειρους γιατρούς σε θέματα καρκίνου στην περιοχή της κοιλιάς ο κ. Ντελόπουλος και αναφέρω την εμπειρία του γιατί έχει σημασία για όσα συνέβησαν κατά την διάρκεια του χειρουργείου.

Πράγματι την Παρασκευή το πρωί ξεκίνησε η επέμβαση ενώ εμείς περιμέναμε έξω από τον προθάλαμο του χειρουργείου με αγωνία. Περίπου δυόμιση ώρες μετά βγήκε ο κ. Ντελόπουλος στην είσοδο του προθαλάμου και μου έκανε νόημα να πάω κοντά του. Τον ρώτησα τι γίνεται και μου είπε πως τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, όμως η μητέρα μου αντέχει για την ώρα και ξαναμπήκε πάλι στο χειρουργείο. Το ίδιο επαναλήφθηκε μιάμιση ώρα μετά και ο γιατρός μου είπε τα ίδια λόγια και έφυγε πάλι.

Το χειρουργείο διήρκησε τελικά πεντέμιση ώρες, και ο γιατρός βγήκε και πάλι στον προθάλαμο και μου έκανε νόημα να πάω, όμως ήταν φανερά σαστισμένος. Νομίζοντας πως τα πράγματα είχαν πάει άσχημα πήγα κοντά του γεμάτος αγωνία και τον ρώτησα αν ζούσε η μητέρα μου. Εκείνος όπως είπα φανερά σαστισμένος δεν μου απαντούσε παρά επαναλάμβανε την φράση «Δεν είναι δυνατόν, δεν μπορώ να καταλάβω πώς έγινε. Δεν το πιστεύω ότι εγώ το έκανα αυτό».

Τον ρώτησα 4-5 φορές αν ζούσε η μητέρα μου όμως εκείνος συνέχιζε να λέει τα ίδια λόγια. Στη δική μου επιμονή, σαν να συνήλθε από κάποιας μορφής σοκ και αφού μου είπε πως όλα πήγαν καλά με ρώτησε «Δεν μου λες η μητέρα σου έχει κάποιον Άγιο προστάτη;». Του απάντησα πως είχε τον Άγιο Ραφαήλ. Τον άκουσα να μονολογεί «μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί αυτό που έγινε».

Εκείνη την στιγμή από το χειρουργείο έβγαινε μια νοσοκόμα κρατώντας με τα δυο της χέρια ένα μεγάλο χαρτοκιβώτιο και ο γιατρός μου είπε, ξέρεις τι έχει μέσα; Έχει τους δύο όγκους που βγάλαμε από την μητέρα σου. Έναν που ζυγίζει 7 κιλά κι έναν μικρότερο με βάρος 1 κιλό.

Σάστισα με τα μεγέθη που άκουσα, ενώ ο γιατρός άρχισε να μου λέει τι συνέβη στο χειρουργείο. Μου είπε ότι όταν άνοιξαν την κοιλιά της μητέρας μου και είδαν το μέγεθος του όγκου ο οποίος ήταν κολλημένος σε όλο το τοίχωμα της κοιλιάς τα έχασαν και ο γιατρός σκέφτηκε να την ξανακλείσει χωρίς να τη πειράξει και να την αφήσει να πεθάνει, αφού όπως μου εξήγησε ήταν από τις χειρότερες μορφές καρκίνου «Σάρκωμα». Συνήθως σε πολύ μικρότερους όγκους όταν προσπαθούσαν να τους αποκολλήσουν έσκαγαν με δυσάρεστα αποτελέσματα και μιλάμε για πολύ πολύ μικρότερους όγκους και όχι έναν όγκο τέτοιου μεγέθους. Ενώ είχε πάρει αυτήν την απόφαση σαν κάτι να τον προέτρεψε να συνεχίσει την επέμβαση και να μην τα παρατήσει, και ω του Θαύματος, ο όγκος βγήκε ακέραιος χωρίς να διαλυθεί ούτε στο ελάχιστο, κάτι που ο γιατρός παρ’ όλη την εμπειρία του δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να το καταφέρει. Στη συνέχεια, κι ενώ είχαν την μητέρα μου ανοιχτή έπρεπε να πάρει άλλη μία δύσκολη απόφαση και όπως αποδείχτηκε, το ίδιο βράδυ που η μητέρα μου ήταν στην εντατική, πήρε την σωστή. Είχε δει λοιπόν ότι ο μεγάλος όγκος (τον μικρότερο τον είχαν βγάλει από το στομάχι) ακουμπούσε στο νεφρό και έπρεπε να αποφασίσει αν θα αφαιρούσε το νεφρό ώστε να εξαφανιστεί τελείως ό όγκος ή θα άφηνε ένα πολύ μικρό κομμάτι του επάνω στο νεφρό καθότι η μητέρα μου ήταν πολλά χρόνια διαβητική και ήδη τα νεφρά της και τα δύο ήταν σε άσχημη κατάσταση. Αποφάσισε λοιπόν να μην το αφαιρέσει και την έκλεισαν.

Όταν συνήλθε στην εντατική και πήγα να την επισκεφτώ, το πρώτο πράγμα που μου είπε ήταν «είδες που σου είπα ότι θα βγω ζωντανή; Ο Άγιος Ραφαήλ ήταν στο χειρουργείο και αυτός με εγχείρησε».

Την άλλη μέρα κι ενώ ήμουν έξω από την εντατική ήρθε μια νοσοκόμα και μου είπε ότι ο γιατρός με ζητούσε να πάω στο γραφείο του. Πήγα και πιστεύω πως μάλλον θα είχε μιλήσει με τον αναισθησιολόγο γιατί το πρώτο πράγμα που με ρώτησε ήταν για τον προστάτη Άγιο της μητέρας μου. Του είπα ότι είχε μεγάλη πίστη στον Θεό και ευλαβείτο πολύ τον Άγιο Ραφαήλ και ότι ήταν σίγουρη πως εκείνος θα την χειρουργούσε και θα έβγαινε ζωντανή από το χειρουργείο.

Δεν γνωρίζω την πίστη του κ. Ντελόπουλου όμως μου είπε πως αυτό πρέπει να συνέβη, γιατί μόνος δεν πίστευε πως θα μπορούσε παρ’ όλη την πείρα του να τα καταφέρει. Επίσης μου είπε ότι το βράδυ αν είχε αφαιρέσει το νεφρό της μητέρας μου θα είχε πεθάνει αφού υπέστη διαβητικό κόμμα και τα νεφρά της σταμάτησαν για λίγο να λειτουργούν, όμως μετά από λίγη ώρα συνήλθε. (Θα ήθελα να με συγχωρήσετε αν λέω λάθος κάποιον ιατρικό όρο όμως έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε και βέβαια η ουσία δεν αλλάζει).

Η μητέρα μου μετά από δύο ημέρες βγήκε από την εντατική και μετά από λίγες ημέρες βγήκε και από το νοσοκομείο και γύρισε στο σπίτι όπου για δύο χρόνια έζησε μια φυσιολογική ζωή μέχρι τον Φεβρουάριο του 2002 όπου τελείως ξαφνικά κι ενώ όλες οι μαγνητικές που έκανε κάθε τρεις μήνες βγαίνανε καθαρές, ο καρκίνος έκανε μια έκρηξη, θα λέγαμε, και η κατάστασή της είχε δραματική επιδείνωση. Μπήκε στο Θεαγένειο νοσοκομείο όπου μετά από ένα μήνα, τον Μάρτιο, κοιμήθηκε εν Κυρίω.

Έχει σημασία, προς δόξαν Θεού, να αναφέρω ότι πιστεύω πως ο Θεός από την μεγάλη του αγάπη έκανε το θέλημα της μητέρας μου, αφού η ίδια ένα βράδυ όταν νοσηλευόταν στο Ιπποκράτειο και είχε μάθει για τον καρκίνο κι ότι θα πέθαινε την είχα ακούσει (ήταν η μοναδική φορά που την είδα να κλαίει αυτά τα δύο χρόνια της δοκιμασίας) να μιλάει στο Θεό και να του λέει «Θεέ μου άσεμε να ζήσω άλλα δύο χρόνια σε παρακαλώ για να δω τα εγγονάκια μου να μεγαλώνουν λίγο ».

Πράγματι έζησε δύο ακριβώς χρόνια.

Τον Νοέμβριο του 2012 ο πατέρας μου Γαβριήλ, ο οποίος από τον Φεβρουάριο του 2010 έπασχε από βαριάς μορφής στεφανιαία νόσο η οποία δεν μπορούσε να χειρουργηθεί λόγω και της μεγάλης ηλικίας του πατέρα μου (87ετών ήταν τότε), έπεσε μέσα στο σπίτι χωρίς να μπορεί να σηκωθεί και είχε αρκετό πόνο. Κάλεσα αμέσως ασθενοφόρο και πήγαμε στο νοσοκομείο Παναγία το οποίο εφημέρευε.

Ο γιατρός που τον εξέτασε τον έκανε εισαγωγή καθότι είχε υποστεί διατροχαντήριο κάταγμα. Εμένα μου ζήτησε να παραμείνω γιατί ήθελε να μου μιλήσει. Μου εξήγησε λοιπόν ότι λόγω της σοβαρής κατάστασης της καρδιάς του δεν θα μπορούσε να γίνει εγχείρηση, με αποτέλεσμα να δίνει περίπου ένα μήνα ζωής στον πατέρα μου. Ξαφνιάστηκα γιατί δεν μπορούσα να πιστέψω πως από ένα σπάσιμο θα πέθαινε. Ο γιατρός μου είπε ότι την άλλη μέρα θα έκαναν συμβούλιο με τους καρδιολόγους και θα μου έλεγαν περισσότερα.

Στο δωμάτιο που έβαλαν τον πατέρα μου ήμασταν μόνοι, κι εγώ που εντωμεταξύ είχα πάει στο σπίτι για να φέρω τα φάρμακα που έπαιρνε για την καρδιά είχα φέρει και την παράκληση της Παναγίας, του Αγίου Ραφαήλ, των Αγίων Αναργύρων και το προσευχητάρι. Τον πατέρα μου τον είχαν ήδη ταχτοποιήσει στο δωμάτιο και όταν μείναμε μόνοι αρχίσαμε να διαβάζουμε τις παρακλήσεις την μία πίσω από την άλλη.

Η πρώτη βραδιά ήταν δύσκολη γιατί εξαιτίας ενός λάθους του γιατρού που είχε τοποθετήσει το σύστημα που ίσιωνε το πόδι του πατέρα μου, το σίδερο έμπαινε μέσα στη σάρκα με αποτέλεσμα να έχει πολύ δυνατούς πόνους. Την επόμενη μέρα το μεσημέρι και αφού είχαν διορθώσει το λάθος και ο πατέρας μου δεν πονούσε πολύ πλέον, με ειδοποίησαν ότι με ήθελε ο διευθυντής της ορθοπεδικής κλινικής ο κ. Αλέξανδρος Καραθανάσης να πάω στο γραφείο του.

Πήγα κι εκεί με ενημέρωσε ότι είχε γίνει το συμβούλιο με τους καρδιολόγους οι οποίοι δεν συναινούσαν με τίποτε αφού η πιθανότητα να αντέξει το χειρουργείο ήταν μόλις 1%. Στην ερώτηση μου αν πράγματι θα πέθαινε σε έναν μήνα όπως μου είχε πει ο γιατρός της εφημερίας, μού είπε ότι δυστυχώς αυτή ήταν η αλήθεια κι όταν τον ρώτησα αν είχε έστω κάποιες λίγες πιθανότητες να επιβιώσει μου το απέκλεισε ρητώς.

Μου είπε θα τον κρατούσαν λίγες μέρες κι ότι θα έπρεπε να αποφασίσω αν θα διακινδύνευα να συναινέσω να μπει στο χειρουργείο ή θα τον έπαιρνα στο σπίτι αφού δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο.

Γύρισα στο δωμάτιο πολύ στεναχωρημένος αφού είτε στη μία περίπτωση είτε στην άλλη ο θάνατος του πατέρα μου ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρος, όπως μου είχαν πει οι γιατροί. Ο πατέρας μου ζήτησε να μάθει τι μου είπε ο γιατρός και του εξήγησα ακριβώς την κατάσταση ώστε να με βοηθήσει στο τι απόφαση να πάρουμε.

Το ίδιο βράδυ κι ενώ είχαμε κάνει τις παρακλήσεις γύρω στη 1 η ώρα άκουσα τον πατέρα μου να μιλάει σε κάποιον ενώ ήταν ξύπνιος και να λέει «άσε το πόδι μου γιατί το τραβάς, άστο βρε σου λέω μην το τραβάς». Εγώ απόρησα και τον ρώτησα τι είναι αυτά που λέει. Εκείνος μου απάντησε «κάλα δεν τον βλέπεις αυτόν τον ψηλό με τα άσπρα ρούχα που μου τραβάει το πόδι, θέλει λέει να το βάλει στην θέσει του» και ξαναγυρνώντας προς αυτόν που έβλεπε του είπε να μην του τραβάει το πόδι. Εγώ σαστισμένος του είπα πως δεν υπήρχε κανένας μέσα στο δωμάτιο όμως ο πατέρας μου μου είπε «τι είναι αυτά που λές βρε παιδί μου, να δεν τον βλέπεις, να τώρα φεύγει. Κάναμε τον Σταυρό μας και εκείνη την στιγμή πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη πως μάλλον είχε δει κάποιον Άγιο και δουλεύοντάς το πιο πολύ στο μυαλό μου άρχισα να πιστεύω πως ήταν ο Άγιος Ραφαήλ γιατί έτσι μου τον είχε περιγράψει η μητέρα μου ψηλό και με άσπρη ιατρική στολή, αλλά και από άλλες μαρτυρίες που είχα διαβάσει πολλοί τον είχαν δει έτσι.

Από την άλλη μέρα άρχισε ένας αγώνας μήπως και βρίσκαμε κάποια ελπίδα. Απευθύνθηκα στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο μέσω κάποιου γνωστού, όμως αφού κάνανε συμβούλιο οι ορθοπεδικοί με τους καρδιολόγους μου απάντησαν πως δεν μπορούσε να γίνει η εγχείρηση γιατί θα πέθαινε στα πρώτα 5 λεπτά της νάρκωσης.

Το ίδιο βράδυ σχεδόν την ίδια ώρα κι αφού από το μεσημέρι κάναμε διαρκώς προσευχή, επαναλήφθηκε το ίδιο γεγονός, άκουσα πάλι τον πατέρα μου να μιλάει στο ίδιο πρόσωπο και να του λέει» πάλι ήρθες βρε, άσε το πόδι μου μην το τραβάς». Τον ρώτησα σε ποιόν μιλάει και μου είπε πως είχε έρθει ο ίδιος που είχε έρθει και το προηγούμενο βράδυ και πως του είπε ότι του έβαζε το πόδι στην θέση του. Τότε του ανέφερα ότι μάλλον ήταν ο άγιος Ραφαήλ και κάναμε τον Σταυρό μας.

Την επόμενη μέρα απευθύνθηκα και πάλι μέσω γνωστού στο νοσοκομείο Άγιος Παύλος όμως κι εκεί μετά από συνεννόηση των ορθοπεδικών με τους καρδιολόγους η απάντηση ήταν αρνητική. Γύρισα απογοητευμένος στο νοσοκομείο και σε ερώτηση του πατέρα μου του απάντησα πως δεν δεχόταν κανείς να μας εγγυηθεί και να κάνει την εγχείρηση.

Ξεκινήσαμε και πάλι την προσευχή, και το βράδυ, και πάλι την ίδια ώρα ο πατέρας μου είδε τον Άγιο, όμως τώρα του μίλησε με πιο γλυκό τόνο στη φωνή και του είπε «ήρθες πάλι, μην το τραβάς τόσο πολύ το πόδι μου». Όταν έφυγε ο Άγιος ο πατέρας μου μου είπε ότι ένοιωθε κάπως διαφορετικά το πόδι του και δεν τον ενοχλούσε καθόλου.

Από εκείνο το τρίτο βράδυ και μέχρι που βγήκαμε από το νοσοκομείο στις δεκατρείς μέρες, κι αφού με τον πατέρα μου μετά από συζήτηση είχαμε αποφασίσει να τα αφήσουμε όλα στα χέρια του Θεού και βέβαια να κάναμε κι εμείς όση προσπάθεια μπορούσαμε, πήγαμε με ασθενοφόρο στο σπίτι όπου είχα οργανώσει το δωμάτιο σαν δωμάτιο νοσοκομείου.

Το ίδιο βράδυ είχαμε και πάλι την επίσκεψη του Αγίου και ο πατέρας μου του έλεγε «κι εδώ ήρθες; Πάλι μου τραβάς το πόδι. Άστο μην το τραβάς». Το επόμενο βράδυ επαναλήφθηκε το ίδιο γεγονός και ο πατέρας μου με απόλυτη σιγουριά μου είπε πως το πόδι του είχε μπει στη θέση του, έτσι το ένοιωθε.

Μετά από σαράντα ημέρες φέραμε ακτινολογικό μηχάνημα στο σπίτι όπως μας είχε ζητήσει ο γιατρός ο κ. Παναγιώτης Συμεωνίδης που τον παρακολουθούσε, και βγάλαμε ακτινογραφία το κάταγμα. Την έκπληξη του γιατρού όταν είδε την ακτινογραφία δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ. Κρατούσε την ακτινογραφία και μονολογούσε «δεν είναι δυνατόν, πώς έγινε αυτό;» μου έδειξε την πλάκα και μου εξήγησε πως το κόκαλο ήταν απόλυτα στην θέση του και μάλιστα είχε αρχίσει να κολλάει.

Στους επόμενους μήνες οι γιατροί από το νοσοκομείο Παναγία με τους οποίους είχα κρατήσει επαφή και έβλεπαν κάθε δύο μήνες τον πατέρα μου, δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτή την εξέλιξη κι’ ότι ήταν ζωντανός.

Από τότε πέρασαν 16 μήνες μέχρι τώρα που γράφω το κείμενο και ο πατέρας όχι μόνο είναι ζωντανός αλλά από τον όγδοο μήνα μετά το ατύχημα σηκώνεται, μπορεί και περπατάει και ζει μια αρκετά φυσιολογική ζωή.

Νοιώθουμε απέραντη ευγνωμοσύνη στον Άγιο Ραφαήλ αλλά και σε όλους τους Αγίους που επικαλούμαστε μα πάνω απ’ όλα δοξάζουμε τον πανάγαθο Θεό για την μεγάλη του αγάπη και το έλεος που μας έδειξε.

Το Δεκέμβριο του 1997 παρουσίασα αιμορραγία στά κόπρανα. Πήγαμε στό Νοσοκομείο “'Αγιος Δημήτριος” Θεσσαλονίκης, και μετά από πολλές γαστροσκοπήσεις και βιοψία μου λένε οι γιατροί: Πρέπει νά πας αμέσως στό “Θεαγένειο“ νά χειρουργηθείς, βλέπουμε κάτι που δέν μάς αρέσει καθόλου. Δέν μου είχαν πεί τότε σε μένα όλη την αλήθεια, την ήξερα μόνο η γυναίκα μου· είχαν βρεί αδενοκαρκίνωμα στό στομάχι. Σύμφωνα μέ τις ιστολογικές εξετάσεις, προέβλεπαν περιθώριο ζωής έξι μήνες, όπως έμαθα πολύ αργότερα.

Τελικά πήγαμε στήν Κλινική “'Αγιος Λουκάς”. Δέν αποχωριζόμουν την εικόνα του αγίου Ραφαήλ από τα χέρια του. Λόγω των εορτών με έδωσαν άδεια  γιά 2-3 μέρες, και θά εισαγόμουν πάλι γιά εγχείρηση. Προσπαθήσαμε μέ κάθε τρόπο νά βρούμε εισιτήρια νά πάμε στον 'Αγιο Ραφαήλ. Δέν βρίσκαμε τίποτε. Είπαμε νά κάνω την εγχείρηση κρατώντας την εικόνα του Αγίου στά χέρια. Χειρουργήθηκα στις 30.12.1997.

Στο δωμάτιο, όπως ήμουν χειρουργημένος και είχα γάζες στήν κοιλιά, είδα στόν ύπνο μου ότι περνούσε πολύς κόσμος και μέ χαιρετούσε και ότι έβγαζα πάνω από τους επιδέσμους της κοιλιάς σάν μιά ταινία μέ συνεχόμενες μικρές εικόνες των Αγίων τη μία δίπλα στήν άλλη, τις έκοβα και τις μοίραζα στούς ανθρώπους. Μοίρασα εκατοντάδες εικόνες κι έκλαιγα.

Με όλη την ταλαιπωρία ήμουν πολύ αδύνατος, δέν είχα κουράγιο, είχα απελπισθεί. Η σύζυγός μου η Ζωή έκλαιγε συνέχεια. Βλέπει κι εκείνη στόν ύπνο της ότι αναρωτιόταν που αλλού νά μέ πήγαινε· σε άλλο νοσοκομείο; στό εξωτερικό; 'Ερχεται ένας 'Αγιος και της λέει: Ο γιατρός ο επάνω (έδειχνε προς τα πάνω, προς τον ουρανό) είπε ότι είναι καλά, μη στενοχωρείσαι καθόλου.

Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα μάς είπαν ότι ήταν πάρα πολύ καλά. Θαύμα έγινε, όπως είπαν οι γιατροί και ο Καθηγητής Χρήστος Κωνσταντάρας που μέ χειρούργησε. Και οι γιατροί από τον “'Αγιο Δημήτριο”, ο κ. Βουσνακίδης μέ άλλους δύο ιατρούς, όταν έμαθαν ύστερα από μήνες από φίλους τους ότι ζω, έλεγαν: Δέν είναι δυνατόν, εδώ πρόκειται γιά θαύμα !

Διηγείται η Αρχοντούλα Μιχ. Θεοδώρου - Γέφυρα Θεσσαλονίκης 

«Τό Μάρτιο τού 2000 τό παιδί μου υπηρετούσε στήν Αλεξανδρούπολη. Σέ 15 μέρες θά απολυόταν, αλλά εγώ ένα βράδυ είχα προαίσθηση γιά κάτι κακό. Εκείνο τό βράδυ ο Δημήτρης ήταν σκοπιά, ενώ έβρεχε πολύ. Μεταξύ 4 καί 6 τά ξημερώματα, έπεσε κεραυνός δίπλα του, τόν χτύπησε καί τόν έρριξε κάτω. Τόν μετέφεραν στό Νοσοκομείο μέ μεγάλη αρρυθμία στήν καρδιά, μουδιασμένο τό αριστερό του χέρι καί τό δεξί πόδι.

Σέ λίγες μέρες όμως συνήλθε, καί αποκαταστάθηκε η υγεία του. Μετά τήν απόλυσή του, είδα στόν ύπνο μου ένα μοναχό, πού μέ πλησίασε καί μού είπε:

“Νά ξέρεις, πού δέν σκοτώθηκε τό παιδί σου από τόν κεραυνό, ήταν θαύμα τού αγίου Ραφαήλ. Θέλω νά πάς νά τό πείς, καί νά γραφτεί”».

bottom of page